Το editorial του Τεύχους 2 (Ιούλιος 2021) της περιοδικής διαδικτυακής έκδοσης για τις διεθνείς τάσεις του ΙΝΠ “Με ευρυγώνιο φακό”

 

Έχει περάσει περισσότερο από ενάμιση χρόνος από το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού και πλέον επιβεβαιώνεται πέρα από κάθε αμφιβολία ότι αυτή θα αποτελέσει ένα σημείο καμπής για τον κόσμο μας, όπως τον ξέραμε. Η πανδημία γίνεται ο καταλύτης που βαθαίνει και ενοποιεί επιμέρους αντιθέσεις εντός του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος, που αναδεικνύει και εντείνει τις ανισότητες και τελικά ανάγει την υπέρβασή τους, μέσω ενός προωθητικού κοινωνικού μετασχηματισμού, σε ζήτημα ζωής
και θανάτου.

Την ίδια στιγμή που η δημιουργία – σε τόσο σύντομο χρόνο – εμβολίων και φαρμάκων για τον νέο κορονοϊό αποτελεί μια νίκη της ανθρώπινης διάνοιας και αποδεικνύει τις τεράστιες δυνατότητες της επιστήμης, η διαχείριση του θέματος με όρους business as usual, με προβάδισμα στην κερδοσκοπία κάποιων λίγων εταιριών, χωρίζει τον Παγκόσμιο Βορρά από τον Παγκόσμιο Νότο με ένα ακόμη βαθύτερο χάσμα. Οι εικόνες που έκαναν το γύρο του κόσμου πριν λίγο καιρό σχετικά με την υγειονομική κατάσταση στην Ινδία είναι ενδεικτικές. Η πανδημία είναι ένα προοίμιο, μια γεύση από το μέλλον: το αίσθημα ασφάλειας και παντοδυναμίας των ισχυρών χωρών του Παγκόσμιου Βορρά αποδεικνύεται ψευδαίσθηση, χωρίς την αλληλεγγύη προς το Νότο. Η φράση “κανείς δεν είναι ασφαλής, μέχρι όλοι να είναι ασφαλείς” επιβεβαιώνεται καθημερινά, αφού όσο ο εμβολιασμός δεν προχωράει, οι χώρες που μένουν πίσω θα μετατρέπονται σε εκκολαπτήρια νέων μεταλλάξεων.{1}

Ταυτόχρονα, ακόμα και οι πλέον ισχυρές χώρες αντιμετωπίζουν τις δικές τους εσωτερικές προκλήσεις. Πρώτα απ’ όλα, η διαχείριση της πανδημίας, η λήψη περιοριστικών μέτρων ασύμβατων με τα σύγχρονα δημοκρατικά πολιτεύματα και μάλιστα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, έθεσε πρωτοφανείς προκλήσεις, στις οποίες δεν ανταποκρίθηκαν όλες οι χώρες με τον ίδιο τρόπο. Η κατάσταση εξαίρεσης, αντικειμενικά, ενισχύει τις τάσεις αυταρχικής διαχείρισης όχι μόνο της υγειονομικής συνθήκης, αλλά και όλων των πλευρών της δημόσιας ζωής από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις. Στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες – με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Γαλλία – προωθήθηκαν και προωθούνται εν μέσω πανδημίας νομοθετήματα που σηματοδοτούν μια σαφή συντηρητική αναδίπλωση στο πεδίο των δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.

Η συνθήκη αυτή διαμορφώνει – ή, ορθότερα, αναδεικνύει – ένα νέο πιο σύνθετο πλαίσιο γύρω από την κλασική συζήτηση περί ελευθερίας του Διαφωτισμού γεμάτο αντιφάσεις : Από τη μία, δημιουργείται χώρος για τη ριζοσπαστική Αριστερά να μιλήσει για τη δική της με κοινωνικούς όρους πρόσληψη των δικαιωμάτων, που ενσωματώνει την ατομική αυτονομία, αλλά πηγαίνει πέρα από αυτή. Από την άλλη όμως, δίνει χώρο και έδαφος στην Alt-Right ή και σε άλλες, πολύ πιο παραδοσιακές εκδοχές του ακραίου συντηρητισμού και της ακροδεξιάς, να εμφανιστεί ως ο υπέρμαχος του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του προσώπου, να αμφισβητήσει τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και την ανάγκη εμβολιασμού ως συμβολή στο χτίσιμο συλλογικής ανοσίας. Εξάλλου, το νήμα αυτής της “ακροδεξιάς ανταρσίας”[2] μας οδηγεί λίγους μήνες πίσω, στην εισβολή των οπαδών του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Η εκλογική δε αποτύπωση αυτής της – τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως – αντίφασης να εμφανίζεται η υπερσυντηρητική ακροδεξιά ως ο υπερασπιστής των ελευθεριών,[3] φάνηκε στα αποτελέσματα των περιφερειακών εκλογών της Μαδρίτης πριν λίγους μήνες, με την επικράτηση της Ιζαμπέλ Ντιάζ Αγιούσο του Λαϊκού Κόμματος, στη βάση μιας ρητορικής εμπνευσμένης από τον Τραμπ και την Alt-Right απέναντι στην κεντρική κυβέρνηση Σοσιαλιστών και Αριστεράς της χώρας.

Ούτε βέβαια η οικονομική διάσταση της πανδημίας είναι αμελητέα – το ακριβώς αντίθετο. Αν και σε πολλές χώρες μετά το πρώτο κύμα η επιλογή της απόλυτης προτεραιότητας στην υγειονομική προστασία σχετικοποιήθηκε μπροστά στην ανάγκη λειτουργίας της οικονομίας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επίδραση της πανδημίας υπήρξε καταλυτική. Πρώτα απ’ όλα στα ποσοτικά μεγέθη – με την ύφεση να εγκαθίσταται διεθνώς – αλλά και στην εσωτερική διάρθρωση της παραγωγής και της κατανάλωσης, ευνοώντας συγκεκριμένους κλάδους και σχεδόν καταστρέφοντας άλλους (μεταξύ των οποίων, δυστυχώς, και ο τουρισμός στον οποίο βασίζεται κατά το ένα τέταρτο περίπου το ΑΕΠ της χώρας μας), αλλάζοντας τις καταναλωτικές συνήθειες, ιδίως με τη γενίκευση του ηλεκτρονικού εμπορίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, και ούτω καθεξής.

Οι απαντήσεις βέβαια που δόθηκαν και δίνονται και σε αυτό το επίπεδο διαφέρουν σημαντικά. Για άλλη μια φορά, η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει να βρεθεί ουραγός της προσπάθειας οικονομικής ανάκαμψης, αφού – παρά το γεγονός ότι αποτέλεσαν μια ευχάριστη έκπληξη, σε σύγκριση με τη διαχείριση της προηγούμενης κρίσης – οι αποφάσεις για το Recovery Fund (το Ταμείο Ανάκαμψης) και οι σχετικές διαδικασίες παραμένουν ο ορισμός του “too little, too late”, ειδικά αν συγκριθούν με την πολιτική χωρών όπως οι Η.Π.Α., αλλά και επιμέρους κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως η Γερμανία. Πολύ περισσότερο, η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν φαίνεται να έχει μάθει τίποτα, ούτε από αυτή την κρίση, αφού – ενώ η πανδημία συνεχίζεται ακάθεκτη – ήδη οι συζητήσεις για επιστροφή στη λιτότητα και στο προηγούμενο status quo ή ακόμα και σε σκληρότερη λιτότητα ως “αντιστάθμισμα” ακόμα και σε αυτά τα ελάχιστα μέτρα που λήφθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια έχουν ήδη πολλαπλασιαστεί. Στον αντίποδα, η νέα προεδρία Μπάιντεν, όχι μόνο με τα μέτρα που λαμβάνει για τη στήριξη και την ανάκαμψη της οικονομίας και της κοινωνίας των Η.Π.Α., αλλά και με τις δημόσιες τοποθετήσεις του ίδιου του προέδρου σηματοδοτεί μια αμφισβήτηση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού από την ίδια τη μέχρι σήμερα ηγέτιδα δύναμή του. Με όλες τις αντιφάσεις και τις ατολμίες που εύλογα εντοπίζει κανείς, φαίνεται ότι δημιουργείται διεθνώς η βάση μιας νέας κυρίαρχης συναίνεσης. Για την Αριστερά δε -και πολύ περισσότερο για την Αριστερά της Ευρώπης που επιμένει να μένει εκτός της νέας αυτής συναίνεσης- αυτή η εξέλιξη διαμορφώνει ένα διπλό “καθήκον”: να στηρίξει αυτή τη νέα τάση αμφισβήτησης του νεοφιλελευθερισμού, πηγαίνοντας όμως πέρα από μια αναβίωση του κεϋνσιανισμού και ανοίγοντας δρόμους για έναν δομικό, ριζοσπαστικό μετασχηματισμό της παραγωγής και της κατανάλωσης και των κοινωνικών δομών.

Εξάλλου, ο πράσινος και ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι οι δύο πυλώνες της “επόμενης μέρας”. Αν όμως λίγο-πολύ όλοι αποδεχόμαστε ότι η κοινωνική εξέλιξη οδηγεί προς αυτόν τον διπλό μετασχηματισμό, το γεγονός ότι αυτός προχωρά σε δυσμενείς για τις κοινωνίες συνθήκες λόγω του επείγοντος της πανδημίας, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αυτός σχεδιάζεται και υλοποιείται από την πλευρά των κυρίαρχων ελίτ (όπως φαίνεται χαρακτηριστικά στις προτεραιότητες του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε. και πολύ περισσότερο στους σχεδιασμούς της ελληνικής κυβέρνησης), μετατρέπει το “πράσινο” και το “ψηφιακό” στα νέα πεδία πάνω στα οποία θα ξεδιπλωθούν οι πολιτικοί και κοινωνικοί αγώνες το επόμενο διάστημα. Στο πλαίσιο αυτό, η Αριστερά δεν μπορεί να περιοριστεί στη διαχείριση των ανισοτήτων και στην “ανακούφιση” των χαμένων αυτού του διπλού μετασχηματισμού, αλλά πρέπει να παρέμβει στο ίδιο το περιεχόμενο και στον σχεδιασμό αυτής της μετάβασης, ο οποίος εγγενώς μπορεί να κατατείνει είτε στην αύξηση των ανισοτήτων και στη διαιώνιση του κυρίαρχου μοντέλου, είτε να εμπεριέχει τα σπέρματα ενός νέου μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης και άρα ενός κοινωνικού μετασχηματισμού.

 


*Η Δανάη Κολτσίδα είναι νομικός και πολιτική επιστήμονας, διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και αντιπρόεδρος του δικτύου Transform! Europe.
** Ο Ανδρέας Μαράτος είναι υποψ. δρ. Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μέλος και συνεργάτης του ΙΝΠ, υπεύθυνος της θεματικής Ευρώπη & Κόσμος και επιμελητής της έκδοσης του “Με ευρυγώνιο φακό”.

[1] Βλ. περισσότερα: https://poulantzas.gr/emvolia-anisotites-patentes-i-anagki-mias-pagkosmias-kai-dikaiisrythmisis-vinteo-paremvaseis/

[2] [Δανειζόμαστε τον όρο από τον τίτλο της Ετήσιας Διάλεξης στη Μνήμη του Νίκου Πουλαντζά που έδωσε τον Δεκέμβριο του 2019 ο Κλάους Ντέρε στην Αθήνα προσκεκλημένος του ΙΝΠ. Ντέρε, Κλ., Ακροδεξιά ανταρσία και αριστερή πολιτική. Η εργατική τάξη στο βοναπαρτικό κράτος, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς – Νήσος, Αθήνα, 2021. Βλ. περισσότερα: https://poulantzas.gr/ekdoseis/etisia-dialexi-2019-akrodexia-antarsia-kai-aristeri-politiki-i-ergatiki-taxi-sto-vonapartiko-kratos/
[3] Αναφερόμαστε σε “εκ πρώτης όψεως” αντίφαση, καθώς κατά τη γνώμη μας μία πλήρως ατομοκεντρική προσέγγιση της κληρονομιάς του Διαφωτισμού σήμερα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της το ζήτημα της ισότητας και της αλληλεγγύης που αναδείχθηκαν στη θεωρία, αλλά και στους κοινωνικούς αγώνες του 19ου και κυρίως του 20ου αιώνα, είναι συντηρητική.