Μελέτη | Έμφυλες και διαθεματικές διαστάσεις της πολιτικής συμμετοχής και εκπροσώπησης. Θεωρητικές προσεγγίσεις και προτάσεις πολιτικής.
Η μελέτη “Έμφυλες και διαθεματικές διαστάσεις της πολιτικής συμμετοχής και εκπροσώπησης. Θεωρητικές προσεγγίσεις και προτάσεις πολιτικής”, υλοποιήθηκε από το Κέντρο Διοτίμα για λογαριασμό του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, στο πλαίσιο της θεματικής Θεσμοί-Δημοκρατία-Πολιτική. H Ομάδα Εργασίας αποτελείται από τις επιστημονικά υπεύθυνες Άννα Βουγιούκα και Μαρία Λιάπη και από τους ερευνητές/τις ερευνήτριες Ιάκωβο Σαχίνη και Χριστίνα Αναγνωστοπούλου.
Στην παρούσα συγκυρία, μια συζήτηση για τις έμφυλες και διαθεματικές διεκδικήσεις σε σχέση με την ιδιότητα του πολίτη και τη δημοκρατία είναι απολύτως επίκαιρη, τόσο με αφορμή το δημόσιο διάλογο λόγω της ορατότητας των διαφορετικών και ακραίων μορφών έμφυλης βίας και του κύματος των σχετικών αποκαλύψεων, όσο και με αφορμή τη διαρκή επιτακτικότητα του ερωτήματος που έχει στο επίκεντρό του οι σύγχρονοι φεμινιστικοί λόγοι για τη δημοκρατική συμβίωση και την ισοελευθερία στην καρδιά της δημοκρατίας.
Επιχειρώντας μια συνοπτική γενεαλογία για τη συμβολή της φεμινιστικής σκέψης στη θεώρηση της δημοκρατίας, στόχος της μελέτης είναι να αναδείξει βασικές έννοιες που θέτουν στο προσκήνιο αντιφάσεις, αμφισημίες ή και καταστατικές όψεις της δημοκρατικής επινόησης και έναν συμπεριληπτικό λόγο για έμφυλα υποκείμενα που αξιώνουν συμμετοχή στην πολιτική, στους θεσμούς αντιπροσώπευσης καθώς και σε ενσώματες ανατρεπτικές δράσεις.
Στόχος είναι επίσης να αναδειχθούν σημαντικοί προβληματισμοί της φεμινιστικής θεωρίας και διεκδικήσεις των φεμινιστικών κινημάτων για ζητήματα πολιτικής συμμετοχής και εκπροσώπησης και να εμπλουτιστεί η συζήτηση με κριτικές προσεγγίσεις οι οποίες ξεπερνούν το δίπολο «άνδρες- γυναίκες», την ουσιοκρατία και τις διχοτομικές έμφυλες ιεραρχίες στην πολιτική και ενσωματώνουν οπτικές της queer θεωρίας και των σύγχρονων φεμινισμών που συμπεριλαμβάνουν, χωρίς περιορισμούς, πολλαπλότητες μοναδικών και διαθεματικών πολιτικών υποκειμένων.
Η μελέτη αρθρώνεται σε δύο (2) Μέρη. Στο Α’ Μέρος αποτυπώνεται συνοπτικά το θεωρητικό και κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο και η συμβολή της φεμινιστικής θεωρίας στην κριτική αποδόμηση της πολιτικής που ταυτίζεται με τον ανδρισμό (manhood). Σημείο εκκίνησης για την κατανόηση των σχέσεων εξουσίας, του τρόπου λειτουργίας του πολιτεύματος και των προϋποθέσεων συγκρότησης της πολιτότητας και συμμετοχής στους δημοκρατικούς θεσμούς, είναι το φύλο που αξιοποιείται ως αναλυτική κατηγορία και οπτική.
Εκτός από τις έμφυλες και διαθεματικές διαστάσεις της πολιτικής και του πολιτικού, εξετάζεται επίσης η δημοκρατία ως διακύβευμα και πεδίο σύγκρουσης για όλες τις μορφές ανισότητας, δεδομένου ότι καθιερώνει έναν τρόπο οργάνωσης και κοινωνικής συνύπαρξης για όλα τα υποκείμενα που συγκροτούν το συμπεριληπτικό «εμείς». Επιπρόσθετα, εξετάζονται: η ιδιότητα του πολίτη ως οργανωτική αρχή του πολιτικού και τα όρια της οικουμενικότητάς της σε ένα σύγχρονο κριτικό, φεμινιστικό και queer πλαίσιο· η πολιτική συμμετοχή και εκπροσώπηση και το κατά πόσον το αίτημα της ισάριθμης εκπροσώπησης εισάγει νέες αρχές στη δημοκρατία ή εναρμονίζεται με τις υπάρχουσες· ο εγγενής ανδροκεντρισμός της πολιτικής διαδικασίας ως κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα και πρακτική· η διάκριση δημόσιου και ιδιωτικού ως βασικό υπόβαθρο της πατριαρχικής πολιτικής σκέψης· και τέλος η βία με βάση το φύλο στην πολιτική. Το Α’ Μέρος ολοκληρώνεται αφενός με την επανεννοιολόγηση της πολιτικής και την αμφισβήτηση της λευκής, νεοαποικιοκρατικής ανδροκρατούμενης και ετεροκανονικής διάστασης της δημοκρατίας και αφετέρου με τη θεώρηση του Φεμινισμού ως μια πολιτική ουτοπία. Μια ουτοπία που περιγράφει ένα ριζικά διαφορετικό κόσμο προτείνοντας σύγχρονες θεωρήσεις που συνομιλούν με τα ριζοσπαστικά και μαζικά φεμινιστικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής. Για παράδειγμα στο πλαίσιο του κινήματος Ni Una Menos, κατά της βίας που βιώνουν οι γυναίκες και οι θηλυκότητες στην Αργεντινή, και του κινήματος για τη νομιμοποίηση της άμβλωσης, επινοήθηκε και αξιοποιήθηκε η φεμινιστική απεργία ως μια νέα μορφή πολιτικής οργάνωσης και δράσης.
Το Β’ Μέρος επιχειρεί τη διατύπωση προτάσεων πολιτικής με έμφυλο πρόσημο και πλαισίου δράσεων για την ενίσχυση της ορατότητας των γυναικών/θηλυκοτήτων και την ανάδειξη μιας αντισεξιστικής ατζέντας που δημιουργεί καλύτερες συνθήκες για την αύξηση της συμμετοχής τους στους θεσμούς, την ενδυνάμωσή τους και τη διατύπωση μιας εναλλακτικής και πιο συμπεριληπτικής ατζέντας. Περιλαμβάνει προτάσεις για θεσμικά μέτρα που αφορούν το κοινοβούλιο, την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση, τα κόμματα και τα ΜΜΕ, καθώς και προτάσεις για την ένταξη της οπτικής του φύλου στις πολιτικές διαδικασίες και την αντιμετώπιση του σεξισμού. Παράλληλα αποτυπώνονται προτάσεις για την εξάλειψη των έμφυλων διακρίσεων και ανισοτήτων στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο οι οποίες αφορούν την ενημέρωση και ενδυνάμωση των γυναικών/θηλυκοτήτων, το κοινωνικό κράτος και τις υποδομές φροντίδας, τη συμφιλίωση επαγγελματικής και προσωπικής/οικογενειακής ζωής καθώς και την εξάλειψη στερεοτυπικών αντιλήψεων για τους έμφυλους ρόλους. Στόχος είναι η ενίσχυση της ισότιμης συμμετοχής σε όλα τα πεδία της δημόσιας και επαγγελματικής ζωής, ώστε να αντιμετωπιστούν με οριζόντιες παρεμβάσεις οι έμφυλες διακρίσεις και ανισότητες στον δημόσιο και ιδιωτικό βίο οι οποίες λειτουργούν αποτρεπτικά και υπονομεύουν την ισότιμη πολιτική συμμετοχή γυναικών και θηλυκοτήτων.