* Το άρθρο στηρίζεται σε ομιλία στην εκδήλωση ‘Βrain drain και πως να το αντιστρέψουμε᾽ που οργάνωσαν τα Ινστιτούτα Νίκος Πουλαντζάς, ΕΝΑ και Δίκτυο για την Υπεράσπιση της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Αναδημοσιεύεται εδώ από το tvxs.gr.

 

Τον Νοέμβριο του 2018, οδηγός ταξί οπαδός του ΚΚΕ, μου είπε ότι μόνο την χρονιά εκείνη έφυγαν ένα εκατομμύριο Έλληνες. Το έμαθε από τον Βελόπουλο. Λίγο αργότερα, σε συζήτηση στη Βουλή, η ταλαντούχος κ. Κεραμέως δήλωσε ότι 37 χιλιάδες φοιτητές έφυγαν σε ξένα Πανεπιστήμια το 2018. Όταν της είπα ότι αυτός είναι ο συνολικός αριθμός των φοιτητών μας στο εξωτερικό μου απάντησε με σκαιό τρόπο αλλά την άλλη μέρα άλλαξε τα πρακτικά και έσβησε το λάθος. Δημιουργήθηκε ένας πανικός την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ γύρω από το brain drain (διαρροή εγκεφάλων), τη μετανάστευση ανθρώπων υψηλής εξειδίκευσης, με αριθμούς που ανεβοκατέβαιναν, σαν γιογιό. Εντούτοις ήταν η πρώτη κυβέρνηση που αναγνώρισε το πρόβλημα: έδωσε μεγάλο αριθμό υποτροφιών για διδάκτορες/διδακτόρισσες και μεταδιδακτορικά, αύξησε τη χρηματοδότηση για έρευνα πάνω από 1% του ΑΕΠ και δημιούργησε το Ίδρυμα ΕΛΙΔΕΚ για την προώθηση της έρευνας.

Με την νέα κυβέρνηση οι περισσότερες καινοτομίες διακόπηκαν και το θέμα ξεχάστηκε. Όταν γίνεται συζήτηση είναι γεμάτη από μύθους και προκαταλήψεις. Είμαστε τυχεροί που έχουμε τον Λόη Λαμπριανίδη, ένα λαμπρό κοινωνικό γεωγράφο και από τους πιο σημαντικούς διεθνώς επιστήμονες για την μετανάστευση υψηλής εξειδίκευσης. Το βιβλίο του με τον Θεοδόση Συκά για το brain drain στην Ελλάδα δίνει πλούσια στοιχεία και αναλύει τους λόγους και τις πιθανές λύσεις του προβλήματος. Χρησιμοποιώντας το έργο του Λαμπριανίδη και τη διεθνή βιβλιογραφία ας βάλουμε το φαινόμενο στο πλαίσιο των θεωριών για τη μετανάστευση.

 

1.  Η εθνική ιδιαιτερότητα

Πολλοί στο σύνολο του ιδεολογικό-πολιτικού φάσματος, αντιμετωπίζουν το brain drain ως εθνική καταστροφή.  Αλλά η μετανάστευση των πτυχιούχων δεν είναι φαινόμενο της κρίσης. Μεγάλος αριθμός από επιστήμονες, επαγγελματίες  και εργαζομένους παίρνουν το δρόμο της ξενιτειάς τα τελευταία 20 χρόνια. Αλλά το φαινόμενο δεν αφορά την Ελλάδα αλλά γενικότερα το Νότο – Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ιρλανδία – και χώρες των Βαλκανίων και της ανατολικής Ευρώπης. Στην εκστρατεία του Brexit οι Πολωνοί, Βουλγάροι και Ρουμάνοι μετανάστες χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργήσουν εθνικιστικό κλίμα, όχι οι Σύροι.
Παραμονεύει λοιπόν στη συζήτηση ο κίνδυνος του εθνικισμού, μιας αμυντικής λογικής του έθνους κάτω από επίθεση.

Η αμυντική στρατηγική οδηγεί αποκλειστικά στο αίτημα της αποτροπής ή του επαναπατρισμού. Αυτά που έκανε ο Κώστας Φωτάκης, Αναπληρωτής Υπουργός για την Έρευνα, και ο Λόης Λαμπριανίδης, Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομίας, τα χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εξαιρετικά σημαντικά. Έδειξαν το ενδιαφέρον της χώρας για την έρευνα, την καινοτομία και την επαφή με τους αποδήμους ερευνητές. Αλλά η μετανάστευση δημιουργείται από τα δομικά προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και από τον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.

 

2. Το παράδοξο της ενδο-ευρωπαικής μετανάστευσης

Η ελεύθερη κυκλοφορία και εγκατάσταση είναι μια από τις τέσσερις ελευθερίες της ενιαίας αγοράς και βασικός στόχος για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η ζώνη Σένγκεν κατάργησε τους ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα της Ε.Ε. αλλά ταυτόχρονα σήκωσε τείχη στα εξωτερικά δημιουργώντας το Fortress Europe και ειδικό Επίτροπο για να προωθεί τον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και τον αποκλεισμό των μη Ευρωπαίων. Έτσι είχαμε μεγάλη αύξηση της ενδοκοινοτικής μετανάστευσης από το 2010. Εδώ παρατηρούμε το παράδοξο. Η αύξηση και επιτυχία της μετανάστευσης είναι αποτέλεσμα της αποτυχίας της οικονομικής πολιτικής της Ένωσης και των τεράστιων ανισοτήτων μεταξύ του σκληρού πυρήνα και των άλλων.

Οι ανεπτυγμένες χώρες με πρώτη τη Γερμανία ακολουθούν επιθετικές πολιτικές προσέλκυσης μεταναστών υψηλής εξειδίκευσης που εισπράττεται στον Νότο ως αποτυχία και εθνική καταστροφή. Ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων γιατρών βρίσκεται στη Γερμανία όπως και δεκάδες χιλιάδες Ινδοί που ασχολούνται με επιστήμες των ηλεκτρονικών υπολογιστών (computer sciences).

 

3. Έχει το brain drain ταξικά χαρακτηριστικά;

Ο Λαμπριανίδης εκτιμά ότι μεταξύ 350.000 και 400.000  νέοι Έλληνες έφυγαν μετά το 2010, με τα 2/3 απόφοιτους Πανεπιστημίου. Η ΕΕ υπολογίζει ότι το 2018, 44% Ελλήνων μεταξύ 30 και 35 έχουν τριτοβάθμια μόρφωση. Αν αφαιρέσουμε από το σύνολο των μεταναστών τον μη ενεργό πληθυσμό φαίνεται ότι η ταξική ανισομέρεια δεν είναι τόσο μεγάλη όσο πριν. Οποίος έχει πετάξει στο Λονδίνο, το Βερολίνο ή την Στοκχόλμη με Ryanair ή EasyJet ξέρει ότι άνθρωποι από όλες οι τάξεις, τα εισοδήματα και το μορφωτικό επίπεδο ζουν στο εξωτερικό.  Φεύγουν λοιπόν brains and brawn, εγκέφαλοι και μύες. Και δεν φεύγουν μόνο γιατί είναι άνεργοι. Οι μισοί μετανάστες είχαν δουλειά στην Ελλάδα. Ούτε φεύγουν αποκλειστικά επειδή θέλουν ψηλότερους μισθούς. Ο μισθός είναι ένας λόγος φυγής αλλά όχι ο πιο σημαντικός.

Το αξιοπρεπές εργασιακό περιβάλλον, η δυνατότητα εύρεσης εργασίας στο αντικείμενο ειδίκευσης, η βελτίωση των γνώσεων και οι καλύτερες προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης είναι εξ ίσου σημαντικές. Σημαντικοί είναι και γενικότεροι πολιτισμικοί λόγοι. Όταν πήγα στο Λονδίνο το 1974 δεν ήξερα τίποτε για την ζωή εκεί, δεν βρήκα γνωστούς και φίλους, όλα μου φαινόντουσαν δύσκολα και αποξενωτικά. Σήμερα τα παιδιά της παγκοσμιοποίησης και των smartphones ξέρουν για το Λονδίνο περισσότερα από κατοίκους του και έχουν φίλους και δίκτυα υποδοχής και υποστήριξης πριν μπουν στο αεροπλάνο.

Να προσθέσω δύο σημαντικά στοιχεία. Από τη δεκαετία του 1980 ο Ευρωπαϊκός Νότος μετατρέπεται σταδιακά από χώρος προέλευσης σε χώρος υποδοχής από τις μετα-σοσιαλιστικές χώρες και τη Βόρεια Αφρική. Οι μετανάστες κάνουν αρχικά κακοπληρωμένες χειρωνακτικές δουλείες που δεν θέλουν οι ντόπιοι. Αλλά σταδιακά ενσωματώνονται. 15% του πληθυσμού της χώρας έχει γεννηθεί εκτός Ελλάδας, με περίπου το 1 εκ σε τρίτα κράτη, 80% στην Αλβανία. Αυτό σημαίνει ότι η πρόσφατες εκροές υπερκαλύπτονται από τις εισροές. Ας κοιτάξουμε το δημογραφικό πρόβλημα. Η ΕΕ υπολογίζει ότι ο πληθυσμός της χώρας μπορεί να μειωθεί στα 8 εκ. το 2050 αν δεν υπάρξει αύξηση του ποσοστού γονιμότητας ή προσέλκυση και ενσωμάτωση των προσφυγών και μεταναστών που χτυπούν την πόρτα μας.  Δυστυχώς η στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη που έκανε την πολιτογράφηση από εξαιρετικά δύσκολη σχεδόν αδύνατη με το νέο σύστημα πηγαίνει ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση.

Δεύτερη παρατήρηση.  Μόνο λίγοι Έλληνες νεο-μετανάστες επιστρέφουν,  λιγότεροι από άλλους Νότιους.  Αυτό σχετίζεται φαντάζομαι με τα χρόνια και δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και δεν πρόκειται να αλλάξει με τις τρέχουσες πολιτικές.  Επομένως η προσέλκυση μεταναστών, όλων των κατηγοριών, είναι όσο σημαντική όσο και η προσπάθεια επαναπατρισμού αυτών που έφυγαν. Πρέπει να δούμε πώς θα προσελκύσουμε ανθρώπους υψηλής εξειδίκευσης από άλλες χώρες για να ζήσουν και να δουλέψουν εδώ. Χρειάζεται πιστεύω ενός συνολικός, ολοκληρωμένος σχεδιασμός που  συντονίζει την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, τον εθνικό και περιφερειακό προγραμματισμό και τις μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση με τις πολιτικές μετανάστευσης.

 

4. Κινητικότητα

Όταν πήγα στο Λονδίνο το 1974 ήμουν μετανάστης μετά έγινα απόδημος. Σήμερα η ενδο-ευρωπαϊκή μετανάστευση ονομάζεται «κινητικότητα». Το mobility (κινητικόητα) θεωρείται πολιτικά ουδέτερος όρος, ενώ η μετανάστευση που αναφέρεται σε πολίτες τρίτων κρατών προσλαμβάνεται ως προβληματική. Μετανάστευση και κινητικότητα αναφέρονται σε διαφορετικά φαινόμενα. Έτσι έχουν προστεθεί οροί που προσδιορίζουν και εξηγούν τα διάφορα είδη κινητικότητας: κυκλική, εποχική, φοιτητική.  Μια σημαντική μορφή είναι η «ρευστή μετανάστευση» (liquid migration) πού ορίζεται ως αυθόρμητη, σχετικά μη ορατή και μη ελεγχόμενη, ανοικτή. Αυτή η συνεχής και αόρατη κινητικότητα και η γεωγραφική μετακίνηση διαμεσολαβεί τις μεταβάσεις ζωής από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας, την ανεργία στην εργασία, από μια καριέρα σε άλλη, από τη «νεότητα» στην «πλήρη ενηλικίωση».

Αυτού του είδους η κινητικότητα σχετίζεται με τις νέες μορφές εργασίας, τη μαζικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, τη διάβρωση των ιστορικών ιδεολογιών και πολιτικών της νεωτερικότητας. Οι εργαζόμενοι έχουν χάσει την ασφάλεια εργασίας και τη δυνατότητα μακρόχρονου προγραμματισμού. Καλούνται να αναπτύσσουν και να καλλιεργούν συνεχώς νέες ικανότητες, γνώσεις και δεξιότητες. Τα σεμινάρια για ανέργους, η δια βίου μάθηση, η συνεχής κατάρτιση και μετεκπαίδευση, η απόκτηση νέων δεξιοτήτων αποτελούν μέρος της ζωής είτε σε blue είτε white collar εργασία. Αυτές οι αλλαγές οδηγούν στην νεοφιλελεύθερη μετάφραση της μετανάστευσης ως κινητικότητας.

Εμβληματική ήταν η δήλωση του γκουρού της Θάτσερ, Νόρμαν Τέμπιτ το 1981, όταν είπε σε μια ομάδα ανέργων «Get on your bike», ανεβείτε στο ποδήλατο και κυνηγείστε την δουλειά όπου υπάρχει, γεωγραφικά αλλά και από πλευράς κατάρτισης. Η γεωγραφική μετακίνηση και το re-skilling αποτελούν συστατικό των ευέλικτων μορφών εργασίας και κύρια εργαλεία της νεοκλασικής ορθοδοξίας για την αύξηση της παραγωγικότητας. Ο Μητσοτάκης επαίρεται ότι 1 δις. 40 εκατ. από το Ταμείο ανάκαμψης θα δοθεί στην «Νέα Στρατηγική για τη Διά Βίου Μάθηση και το Εθνικό Σύστημα Αναβάθμισης Δεξιοτήτων». Η αντιπολίτευση θύμισε το πρόσφατο φιάσκο του «σκόιλ ελικίκου» από τον Απρίλιο του 2020.

Αλλά το πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Η κυβερνητική πολιτική προωθεί, από τη μια μεριά, το Job centre economy με χρήσιμες και άχρηστες επιμορφώσεις,  και κυρώσεις για όσους τις αρνούνται. Είναι το είδος εργασίας που περιγράφει ο Κεν Λόουτς στα τελευταία έργα του. Αυτό υπόσχεται στην νεολαία ο πακτωλός για επιμορφώσεις και το νομοσχέδιο για τα εργασιακά του Μητσοτάκη. Από την άλλη, η πολιτική της κινητικότητας και του διαρκούς  re-skilling πριμοδοτεί τη μετακίνηση ανθρώπινου δυναμικού προς τις μεγάλες μητροπόλεις. Προετοιμάζει δηλαδή την επόμενη μεγάλη φυγή για «brains και brawn». Γιατί η συνεχής απόκτηση νέων δεξιοτήτων και μετακίνηση αποτελεί την νεοφιλελεύθερη απάντηση στην παγκοσμιοποίηση και την αποβιομηχανοποίηση στις κοινωνίες των υπηρεσιών. Είναι αυτό που υπόσχεται το συνολικό μοντέλο της επιτροπής Πισσαρίδη και του οικονομικού σχεδίου της κυβέρνησης.

Οι κοινωνίες των υπηρεσιών και της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης αποτελούν εξέλιξη και ριζοσπαστικοποίηση της έννοιας της «γενικής διάνοιας» (general intellect) στα Grundrisse του πρώιμου Μαρξ. Οι μηχανές, κατά τον Μαρξ, ήταν δημιουργήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, νεκρή εργατική δύναμη και σταθερό κεφάλαιο που έχει ενσωματωθεί στις δυνάμεις παραγωγής. Σήμερα όμως η γενική διάνοια, δηλαδή η συλλογική γνώση, γλώσσα και επικοινωνία, έχουν γίνει οι κύριες παραγωγικές δυνάμεις. Η επιστήμη, η νοητική εργασία και δικτύωση, οι ιδέες και οι λέξεις αποκτούν άμεση υλική πραγματικότητα, μια και είναι τα κύρια συστατικά του σύγχρονου καπιταλισμού. Επομένως η γενική διάνοια δεν βρίσκεται πλέον ενσωματωμένη στο σταθερό κεφάλαιο των μηχανών αλλά στους ζώντες εργαζόμενους.

Οι θέσεις εργασίας πρέπει επομένως να μπουν στο κέντρο του προγραμματισμός σε κοινωνίες μεγάλης κινητικότητας. Αυτή είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη. Χρειαζόμαστε μια συνολική στρατηγική με μεσο-μακροπρόθεσμη διάσταση για τη θέση της Ελλάδας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Αυτή είναι η κίνηση προς την οικονομία της γνώσης, με προτεραιοποίηση των πλευρών όπου έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα.  Γι’ αυτό χρειάζεται κεντρικός σχεδιασμός, που προχωράει σε περιφερειακή κατανομή και σε προγραμματισμό  της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας παιδείας βάσει των αναγκών ενός εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Στο θέμα της μετανάστευσης, χρειαζόμαστε μια συνολική αντιμετώπιση που κατανοεί τη μεταναστευτική πολιτική εισροών και εκροών ως απαραίτητο συστατικό του γενικότερου οικονομικού προγραμματισμού και παραγωγικής ανασυγκρότησης της χωράς. Χωρίς εθνικισμούς, μύθους και εμμονές σε ιδεοληψίες που δεν ισχύουν και λύσεις που δεν λειτουργούν πια.