Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα “Η Αυγή

Του Νεκτάριου Μπουγδάνη*

 

«Όραμα για την ειρήνη, την ευημερία και ένα λαμπρότερο μέλλον για το Ισραήλ και τον Παλαιστινιακό λαό». Έτσι παρουσίασε ο Τραμπ το σχέδιο για την οριστική λύση στη διαμάχη του Ισραήλ και των Παλαιστινίων. Ο χάρτης, όμως, που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ τουιτάρισε στις 28 Ιανουαρίου, δείχνει ένα παλαιστινιακό κράτος να μοιάζει περισσότερο με φέτα ελβετικού τυριού παρά με κυρίαρχο κράτος.

Τις λεπτομέρειες του Σχεδίου τις είχα περιγράψει σε άρθρο μου στην «Αυγή».1 Η 1η Ιουλίου ήταν η προγραμματισμένη ημερομηνία, όπου ο Νετανιάχου θα έφερνε στην Κνεσέτ2 το πρώτο μέρος του Σχεδίου, δηλαδή την προσάρτηση του 30% της Δυτικής Όχθης και της Κοιλάδας του Ιορδάνη. Όλοι οι εβραϊκοί εποικισμοί θα ήταν πλέον μέρος του κράτους του Ισραήλ και στο μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος θα έμεναν διάσπαρτοι θύλακες εντός της Δυτικής Όχθης, καθώς και η Λωρίδα της Γάζας. Πρακτικά, είναι το τέλος της Συμφωνίας του Όσλο3 και της λύσης των δύο κρατών, ενώ, ταυτόχρονα, παραβιάζει όλες τις αποφάσεις του ΟΗΕ.

Πού βρισκόμαστε σήμερα;

Η 1η Ιουλίου πέρασε, χωρίς η κυβέρνηση Νετανιάχου να ανακοινώσει την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης ή τουλάχιστον τμημάτων της. Τη στιγμή που υπάρχει μια δραματική έξαρση κρουσμάτων Covid-19, με δραματικές συνέπειες στην οικονομία, μόνο καιρός για φιέστες δεν υπάρχει. Ο Νετανιάχου ισχυρίζεται ότι η 1η Ιουλίου δεν είναι η ημερομηνία προσάρτησης, αλλά η αρχή της περιόδου κατά την οποία το ζήτημα μπορεί να εξεταστεί επισήμως. Τεχνικά, αυτό είναι σωστό. Αλλά η διαφημιστική εκστρατεία γύρω από την ημερομηνία είχε δημιουργήσει μια δική της δυναμική.

Ένα είναι σίγουρο. Ο Νετανιάχου δεν έχει προγραμματίσει την προσάρτηση. Δεν υπάρχει χάρτης, δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα. Κανένα σχέδιο νομικών εγγράφων δεν έχει φτάσει στο υπουργικό συμβούλιο ή στην Κνεσέτ. Όλα αυτά ενισχύουν την εντύπωση ότι η προσάρτηση, τουλάχιστον για ένα σημαντικό μέρος των τελευταίων 17 μηνών, δεν ήταν παρά μια αόριστη εκλογική υπόσχεση για την συσπείρωση της δεξιάς εκλογική βάσης, εν μέσω τριών συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων.

Αλλά και για τον Τραμπ, η ανακήρυξη του «Σχεδίου του αιώνα» ήταν μια προσπάθεια να τραβήξει τα βλέμματα από τη δίκη του στην αμερικανική Γερουσία. Ένα «ειρηνευτικό σχέδιο», το οποίο παραβιάζει τις αποφάσεις του ΟΗΕ, δίνει ένα μη βιώσιμο κράτος στους Παλαιστινίους και χρησιμοποιείται μόνο για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους σε Ισραήλ και ΗΠΑ, κατά πόσο μπορεί να γίνει πραγματικότητα;

Σύμφωνα με την ισραηλινή «Haaretz», πολλοί που μίλησαν με τον Νετανιάχου τους τελευταίους μήνες έφυγαν με την εντύπωση ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ερωτεύτηκε το ιδέα του Σχεδίου. Η προσάρτηση ή, όπως την αποκαλεί, η επέκταση των συνόρων του Ισραήλ, ώστε να περιλαμβάνουν τουλάχιστον μέρος της βιβλικής πατρίδας, θα ήταν η ιστορική κληρονομιά του.

Αυτή η περίοδος δεν φαίνεται να έχει διαρκέσει πολύ. Ο ενθουσιασμός του Νετανιάχου για προσάρτηση εξαφανίζεται. Φυσικά, δεν θα το απορρίψει δημόσια. Αυτό θα έβλαπτε την αξιοπιστία του. Όμως, οι πιθανότητες οποιασδήποτε σημαντικής προσάρτησης, ή ακόμη και μιας μικρής «συμβολικής», μειώνονται, τουλάχιστον άμεσα. Ο συγκυβερνήτης Μπένι Γκαντζ είπε, σε συνεντεύξεις του, ότι «η 1η Ιουλίου δεν είναι ιερή ημερομηνία» και ότι «ένα εκατομμύριο άνεργους Ισραηλινοούς, που απολύθηκαν εξαιτίας του κορωνοϊού, το λιγότερο που τους ενδιαφέρει είναι η προσάρτηση».

Επιπλέον, σημαντική εξέλιξη αποτελεί ένας νέος γύρος συνομιλιών μεταξύ της Φατάχ και της Χαμάς για τη συμφιλίωση. Στις σχετικές ανακοινώσεις συμμετείχε μέσω βιντεοκλήσης και ο πρόεδρος της Joint List4 Αιμάν Οντέ.

Ο παράγοντας των αμερικανικών εκλογών

Αυτό όμως που επηρέασε περισσότερο τον Νετανιάχου στην αναστολή της προσάρτησής του είναι ο Τζο Μπάιντεν. Μέχρι πρόσφατα, ο Νετανιάχου ήταν πεπεισμένος όχι μόνο για το αήττητό του, αλλά και για το αήττητο του Τραμπ. Αλλά καθώς ο Μπάιντεν έχει προβάδισμα τις τελευταίες εβδομάδες, αυτή η πεποίθηση εξανεμίζεται. Ο Νετανιάχου διαπιστώνει ότι όλοι οι σύμμαχοί του στην αμερικανική διοίκηση, με εξαίρεση τον πρέσβη των ΗΠΑ στο Ισραήλ Ντέιβιντ Φρίντμαν, αποσπώνται από τις εξωτερικές υποθέσεις, προσπαθώντας να ενισχύσουν την προεκλογική εκστρατεία. Όχι μόνο δεν πρόκειται να πάρει το είδος της σαφούς υποστήριξης που ήθελε για προσάρτηση, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι αν προχωρούσε άμεσα, αυτό θα τον έβαζε αντιμέτωπο με την ενδεχόμενη μελλοντική νέα διοίκηση του Μπάιντεν.

Ο Μπάιντεν άφησε να γίνει γνωστό ότι αντιτίθεται σθεναρά στην προσάρτηση. Ταυτόχρονα, έχει αντισταθεί στην πίεση από την αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος να στραφεί σκληρά εναντίον του Ισραήλ σε άλλα θέματα και μάλιστα υπαινίχθηκε ότι εάν εκλεγεί, δεν θα αντιστρέψει την απόφαση του Τραμπ να μεταφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ.

Ο μεγαλύτερος όμως φόβος του Νετανιάχου είναι ότι μια νέα κυβέρνηση θα αποκαταστήσει τη δέσμευση των ΗΠΑ για την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, την ακρογωνιαία εξωτερική πολιτική του Ομπάμα. Ελπίζει τουλάχιστον να έχει την ευκαιρία να συζητήσει με τον νέο πρόεδρο (αν τελικά είναι ο Μπάιντεν) για τη συνέχεια των κυρώσεων εναντίον του Ιράν και για μια πιο σκληρή αμερικανική διαπραγματευτική στάση. Η καθυστέρηση της προσάρτησης του δίνει ένα άνοιγμα προς τον Μπάιντεν. Ο Νετανιάχου θα εκτιμήσει, τους επόμενους μήνες, την κατάσταση στις ΗΠΑ και θα κρίνει αν και πότε θα προχωρήσει στην προσάρτηση.

Θα πρέπει να έχουμε συνεχώς στο μυαλό μας ότι το αμερικανικό σχέδιο είναι μη εφαρμόσιμο και θα οδηγήσει σε έξαρση της βίας και μεγαλύτερη ανασφάλεια. Επίσης, θα βάλει οριστικά ταφόπλακα στη Συμφωνία του Όσλο και τη λύση των δύο κρατών. Ένα σχέδιο που βασίζεται στους εσωτερικούς πολιτικούς σχεδιασμούς του Τραμπ και του Νετανιάχου δεν μπορεί να έχει μέλλον.

 

* Ο Νεκτάριος Μπουγδάνης είναι υποψήφιος διδάκτορας Μεσανατολικών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου, συντονιστής του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων και Εξωτερικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ

 

 

1 Βλ. http://www.avgi.gr/article/10807/10697693/e-symphonia-tou-aiona-e-chilies-kai-mia-nychtes-

Η Ισραηλινή Βουλή

3 Βλ. https://www.thoughtco.com/declaration-of-principles-self-government-2352888

4 Η Κοινή Λίστα είναι μια πολιτική συμμαχία των κυριότερων αραβικών πολιτικών κομμάτων στο Ισραήλ, με σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση 15 βουλευτών (σε σύνολο 120 εδρών)