Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα “Η Εποχή”

*Νεκτάριος Μπουγδάνης,  Υποψ. διδάκτορας Πολιτικής επιστήμης Παντείου Πανεπιστημίου και συντονιστής τμήματος Διεθνών Σχέσεων και Εξωτερικής Πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ.

 

Οι συγκρούσεις στη Λιβύη έχουν προκαλέσει το θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, καθώς και αστάθεια σε ολόκληρη τη Βόρεια Αφρική και το Σαχέλ. Η χώρα έχει μετατραπεί σε ένα κεντρικό σημείο σύγκρουσης γεωστρατηγικού ανταγωνισμού. Από τον Απρίλιο του 2019, ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος (2014 – σήμερα) έχει ενταθεί ιδιαίτερα στα δυτικά της χώρας, όπου ο Εθνικός Στρατός της Λιβύης (LNA) του στρατηγού Χαφτάρ, υποστηριζόμενος από τη Ρωσία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) και την Αίγυπτο, πολιόρκησε την Τρίπολη σε μια προσπάθεια εκδίωξης της κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA), που αναγνωρίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη και υποστηρίζεται από την Τουρκία και το Κατάρ.
Τα μοντέλα για το μέλλον της Λιβύης είναι τρία: Το σομαλικό, δηλαδή η επικράτηση των πολεμάρχων και των τζιχαντιστών. Το συριακό, δηλαδή χωρισμός της χώρας σε δύο ζώνες επιρροής, μια τούρκικη και μια ρωσική. Και το σουδανικό, το οποίο σημαίνει διχοτόμηση.
Ο οικονομικός αντίκτυπος της σύγκρουσης, σε συνδυασμό με την πανδημία COVID-19, μπορεί να προκαλέσει τη συρρίκνωση του ΑΕΠ της χώρας περισσότερο από 12% το 2020. Ο αποκλεισμός των τερματικών πετρελαίου από το LNA ενέτεινε περαιτέρω την οικονομική κρίση. Η παραγωγή πετρελαίου υποχώρησε σε περίπου 120.000 βαρέλια την ημέρα από 1,14 εκατομμύρια τον Δεκέμβριο του 2019. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οικονομικές απώλειες περίπου 2 δισ. δολαρίων το μήνα για την κρατική επιχείρηση πετρελαίου.

Πόλεμος δι’ αντιπροσώπων

Οι συγκρούσεις κλιμακώθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2019 με την ανάπτυξη 800-1.200 μισθοφόρων της ρωσικής ιδιωτικής εταιρείας Wagner, με επικεφαλής τον Yevgeny Prighozin, για την υποστήριξη των δυνάμεων του Χαφτάρ. Η Ρωσία χρησιμοποίησε τη σύγκρουση της Λιβύης, ώστε να προωθήσει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο και τα ΗΑΕ, ενώ ταυτόχρονα επεκτείνει την επιρροή της στα νότια σύνορα της Ευρώπης και την πρόσβασή της στους φυσικούς πόρους της Λιβύης.
Αυτό οδήγησε στην επέμβαση των τουρκικών δυνάμεων εδάφους προς υποστήριξη του GNA. Επιπλέον, εξωτερικοί δρώντες έχουν αναπτύξει μισθοφόρους (από τη Συρία, το Τσαντ και το Σουδάν), αεροσκάφη, συστήματα άμυνας εδάφους -αέρα και άλλα συστήματα υψηλής τεχνολογίας σε μια προσπάθεια να κερδηθεί η ισορροπία υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς. Ο ορισμός του πολέμου δια αντιπροσώπων (proxy war).
Με τους εξωτερικούς παράγοντες να συνεργάζονται γύρω από τις δύο κύριες φατρίες της Λιβύης μετά το τέλος του Καντάφι, η σύγκρουση έχει γίνει όλο και πιο διεθνής. Αυτό έχει επιδεινώσει την πολυπλοκότητά της, παίρνοντας δρόμους πολύ διαφορετικούς από αυτούς με τους οποίους ξεκίνησε. Η διεθνοποίηση της σύγκρουσης θέτει ένα γεωστρατηγικό εφιάλτη για τις προσπάθειες του ΟΗΕ προς τη σταθεροποίηση, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τη διεθνή ασφάλεια.
Οι χώρες που παρενέβησαν, εδραίωσαν τη βοήθειά τους μέσω πληρεξουσίων, με τους οποίους είχαν προϋπάρχουσες σχέσεις και που ήρθαν να εκπροσωπήσουν τα διαφορετικά τους συμφέροντα.
Οι δύο συνασπισμοί συνέχισαν να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον παρά να συμβιβάζονται, σε μια αναζήτηση μηδενικού αθροίσματος του πλούτου και της εξουσίας, ενθαρρυμένοι από τους υποστηρικτές τους. Η Εθνική Συμμαχία Δυνάμεων (NFA), ένας πολιτικός συνασπισμός με στενούς δεσμούς με τα ΗΑΕ, κέρδισε την πλειοψηφία και κατάφερε να πάρει 64 έδρες του κοινοβουλίου. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Κατασκευής (JCP), το πολιτικό κόμμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας της Λιβύης, κέρδισε 34 έδρες. Αν και τα Ηνωμένα Έθνη ήλπιζαν ότι ένας νέος γύρος εκλογών θα μπορούσε να επανεκκινήσει μια πολιτική μετάβαση που είχε χαθεί, η ζημιά είχε γίνει. Οι ξένες και εγχώριες φατρίες της Λιβύης είχαν κατασταλάξει και η χρήση βίας εδραιώθηκε.

Η γεωστρατηγική σημασία της Λιβύης

Εάν η Αραβική Άνοιξη ήταν μια εποχή αλλαγών για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, για τα κράτη του Κόλπου με τους σημαντικούς πόρους, ήταν μια στιγμή ευκαιρίας. Καθώς κατέρρευσαν οι παλιοί πυλώνες της περιοχής -πρώτα το Ιράκ, μετά η Συρία και μετά η Αίγυπτος- υπήρχε η αίσθηση ότι η στιγμή ήταν ώριμη για μια νέα περιφερειακή τάξη. Το Κατάρ είχε την άποψη, ίσως γεννημένη από τη δική του ιστορία πραξικοπημάτων, ότι οι επαναστάσεις γεννούν νέες τάξεις και νέες ελίτ, και έτσι υποστήριξαν πλήρως τους επαναστάτες, με την ελπίδα ότι αυτό θα δημιουργούσε ένα περιφερειακό δίκτυο φιλικών, αν όχι κρατών – δορυφόρων.
Εάν η προσέγγιση του Κατάρ βασίστηκε σε οπορτουνισμό με την προοπτική της επικράτησης μέσω της ήπιας ισχύος, η θέση των ΗΑΕ σφυρηλατήθηκε από τον πραγματικό πολιτικό φόβο. Η σκληρή εσωτερική καταστολή εναντίον ακτιβιστών των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων έδειξαν ένα φόβο του Αμπού Ντάμπι, ότι η μετάδοση της Αραβικής Άνοιξης ενδέχεται να διασχίσει τα σύνορα του Εμιράτου. Η περιφερειακή στρατηγική έκτοτε, δείχνει μια προτίμηση των Εμιράτων για «εξέλιξη» έναντι «επανάστασης», με έμφαση στην εξασφάλιση των βασικών τους συμφερόντων. Αυτή η προτίμηση για την αναδημιουργία της παλιάς τάξης με νέους ηγέτες είναι εμφανής στην υποστήριξη των ΗΑΕ για το στρατηγό Αλ- Σίσι στην Αίγυπτο. Οι δραστηριότητες των ΗΑΕ στην Υεμένη δείχνουν την οικονομική οπτική της πολιτικής τους, μια στρατηγική διαφοροποίησης της οικονομίας πετρελαίου, ώστε να γίνει ο περιφερειακός ηγέτης στη ναυτιλία και τον εφοδιασμό, διατηρώντας παράλληλα κυρίαρχη παρουσία στο δίκτυο λιμένων που συνδέουν την Άπω Ανατολή με τον Ατλαντικό.
Η στρατηγική θέση της Λιβύης στην καρδιά της Μεσογείου, του Μαγκρέμπ και ως πόρτα στην υποσαχάρια Αφρική, καθώς και τα σημαντικά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου διαμόρφωσαν τη Λιβύη ως το μοναδικό πεδίο σύγκρουσης για την αναδιάταξη των ζωνών επιρροής. Καθώς τα απομεινάρια του κράτους κατέρρευσαν και η Λιβύη αποσταθεροποιήθηκε, χώρες όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος και η Γαλλία είδαν την ευκαιρία να οικοδομήσουν ένα φιλικό κράτος, που θα μπορούσε να είναι χρήσιμο για τα δικά τους οικονομικά περιφερειακά συμφέροντα και την ασφάλεια.
Υπό το πρίσμα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», τα ΗΑΕ έχτισαν μια αεροπορική βάση κοντά στα κεντρικά γραφεία του Χαφτάρ στην ανατολική Λιβύη, ενώ οι Γάλλοι ανέπτυξαν ειδικές δυνάμεις και παρείχαν επιπλέον βοήθεια από ειδικούς. Σε μια εποχή που η Γαλλία αύξησε την «αντιτρομοκρατική» της δραστηριότητα στα νότια της Λιβύης στο Σαχέλ, το αφήγημα της «αντιτρομοκρατικής δράσης» του Χαφτάρ και η υποστήριξη των Εμιράτων (με τους οποίους η Γαλλία είχε ήδη στενή συνεργασία για την ασφάλεια) τον έκαναν φυσικό σύμμαχο. Επιπλέον, ο Χαφτάρ και το ευρύτερο κίνημά του θεωρήθηκαν χρήσιμο μέσο για την επέκταση της γαλλικής επιρροής στη Λιβύη (η οποία είχε από καιρό κυριαρχηθεί από την Ιταλία) και βασικό στοιχείο της ευρύτερης αρχιτεκτονικής ασφάλειας που οι Γάλλοι χτίζουν στο Σαχέλ.
Το ενδεχόμενο της επικράτησης του Χαφτάρ, κινητοποίησε την Τουρκία.
Η Τουρκία διατηρεί εδώ και καιρό ενδιαφέρον για τη Λιβύη ως οικονομικό εταίρο, ο οποίος κατέχει πάνω από 20 δισ. δολάρια σε δεσμευμένες συμβάσεις! Εάν η τάξη στη χώρα αποκατασταθεί και η οικονομική συνεργασία συνεχιστεί, θα ενισχυθεί η επιδεινούμενη οικονομία της. Επιπλέον, η επικράτηση του Χαφτάρ θα ενίσχυε την επιρροή των Εμιράτων και της Αιγύπτου στη Βόρεια Αφρική και θα αποτελούσε σοβαρό εμπόδιο στις τουρκικές προοπτικές στην περιοχή.
Είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι τα ΗΑΕ θα επιδιώξουν να ανακτήσουν το προβάδισμα μέσω περαιτέρω ανάπτυξης μισθοφόρων και αποστολών όπλων. Αν αυτό θα συμβεί υπό τον Χαφτάρ ή κάποιον αντικαταστάτη του, μικρή σημασία έχει. Πιο κρίσιμες θα είναι οι προσπάθειές της να ανακτήσει την εναέρια υπεροχή από την Τουρκία. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την εισαγωγή ισραηλινών αεροπορικών συστημάτων άμυνας, μετά την αδυναμία του συστήματος Pantsir της Ρωσίας να εξουδετερώσει αποτελεσματικά τα αεροσκάφη της Τουρκίας. Αυτό θα ήταν μια επικίνδυνη κλιμάκωση, για την οποία ήδη φαίνεται να προετοιμάζεται η Τουρκία με ασκήσεις που περιλαμβάνουν τα δικά της F-16 στη Μεσόγειο.
Σε κάθε περίπτωση, οι χώρες οι οποίες προαναφέρθηκαν, δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τη σημαντική αυτή περιοχή, αφού η θέση τους στο μέλλον της Λιβύης είναι το κλειδί για την ισχυρή ή όχι θέση τους, σε ολόκληρη της Περιφέρεια.