Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Αυγή
Της Μαρίας Χαϊδοπούλου Βρυχέα*
– Ο νεοφιλελευθερισμός προσπαθεί να κατακτήσει περισσότερους τόπους, κοινούς ή προσωπικούς, και επιβάλλει τη μείωση των χρόνων ακόμα και για την πολιτική. Με άλλα λόγια, η κυρίαρχη αναπαράσταση για το χρόνο και το χώρο δημιουργεί ένα βαθύ πολιτικό πρόβλημα, αν θεωρήσουμε δεδομένο ότι όλα τα επίπεδα και οι εκφάνσεις του «πολιτικού» χρειάζονται κοινούς χρόνους και χώρους για συζήτηση, διαπραγμάτευση, όσμωση, σύγκρουση, συνεργασία κ.λπ.
– Η αριστερή απάντηση στην εντατικοποίηση της καθημερινότητας δεν μπορεί παρά να στοχεύει και στη μείωση των ωρών εργασίας, χωρίς μείωση μισθών, και μάλιστα προς την κατεύθυνση της μείωσης της εργασιακής εβδομάδας –ώστε, μεταξύ άλλων, να μοιραστούν πιο ισομερώς οι χρονοχώροι της αναπαραγωγής και ταυτόχρονα να μειωθεί το ενεργειακό αποτύπωμα.
Η ένταση του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη και στον κόσμο εκφράζει, μεταξύ άλλων, μια καίρια νίκη για την κυρίαρχη καπιταλιστική αναπαράσταση για το χρόνο και το χώρο: ο χρόνος και ο χώρος γίνονται όλο και περισσότερο χρήμα, πόροι· ο χρόνος ως αδιαφοροποίητη ποσότητα, ο χώρος ως επιφάνεια και απόσταση, γίνονται όλο και πιο αφηρημένοι και άρα τυποποιήσιμοι μετρήσιμοι, ανταλλάξιμοι. Όπως έχουν τονίσει η Ντορίν Μάσεϊ και ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, το φαινόμενο της χρονοχωρικής συμπίεσης (time-space compression) σηματοδοτεί το ξεπέρασμα των «εμποδίων» του χώρου και τη συνεχή επιτάχυνση. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί εύγλωττο παράδειγμα. Συνήθως όσο πιο γρήγορα κινείται το κεφάλαιο τόσο μεγαλύτερο το κέρδος για τις ελίτ. Σε αυτή τη διαδικασία ομοιογενοποίησης και κατάτμησης του χρόνου και του χώρου προφανώς υποβαθμίζονται ή και εξαλείφονται άλλα χαρακτηριστικά, όπως τα ανθρώπινα βιώματα, ποικίλοι ρυθμοί και στοιχεία μη ποσοτικοποιήσιμα και βέβαια το πολιτιστικό και κοινωνικό πλαίσιο.
Οι νέες τεχνολογίες προβάλλονται ως τα κατεξοχήν «εργαλεία» για την εδραίωση αυτής της οικονομίστικης αναπαράστασης για το χρόνο και το χώρο, καθώς και της αποκαλούμενης χρονοχωρικής συμπίεσης. Βέβαια, οι νέες τεχνολογίες απαντούν σε ανάγκες που καλλιεργεί το κυρίαρχο πρότυπο (όπως συντονισμού, ταυτόχρονης επιτέλεσης, επιτάχυνσης και έντασης δραστηριοτήτων) και δεν αποτελούν προϊόν μιας αέναης ιστορίας προόδου· δηλαδή, αποτελούν σύμπτωμα κι όχι αιτία της κυρίαρχης αναπαράστασης με την οποία βρίσκονται άρρηκτα αλληλένδετες. Οι μηχανές, σε αντίθεση με τους ανθρώπους, με την εξαίρεση βέβαια των χρόνων βλάβης, συντήρησης και αντικατάστασης, μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση εργασιών χωρίς παύσεις, υλοποιώντας σε απόλυτο και μη-ανθρώπινο βαθμό και ρυθμό τις επιταγές της προτεσταντικής ηθικής. Να σημειωθεί ότι οι ταχείς ρυθμοί της τεχνολογίας δεν οφείλονται απαραίτητα σε τεχνικούς λόγους. Για παράδειγμα, η ανάγκη τόσο συχνών αναβαθμίσεων καθίσταται αναγκαία από το μάρκετινγκ και την ίδια την αρχιτεκτονική των εργαλείων που κατασκευάζονται.
Σε επίπεδο καθημερινότητας, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, το πρότυπο διακρίνεται από επιτάχυνση ρυθμών και ελαστικοποίηση ωραρίων, προγραμμάτων, χρόνων και χώρων, ώστε να επιτελούνται περισσότερες δραστηριότητες στο λιγότερο δυνατό χρόνο. Η πόλη 24/7, μια πόλη που «δεν κοιμάται ποτέ», προσφέρει άπλετη και ατελείωτη δράση/κατανάλωση σε όσους και όσες διαθέτουν τα μέσα για να την πληρώσουν. Οι νέες τεχνολογίες λόγω της αρχιτεκτονικής τους δίνουν τη δυνατότητα δημιουργίας όλο και πιο εξατομικευμένων καθημερινών προγραμμάτων. Για παράδειγμα, μπορούμε να εργαζόμαστε και εκτός «χώρου εργασίας» ή να πραγματοποιούμε αγορές και πληρωμές οποιαδήποτε ώρα και μέρα της εβδομάδας (από την άλλη το σπίτι μας δεν αυτοκαθαρίζεται, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης). Αυτές οι διαδικασίες εκφράζονται και με θεσμικές ρυθμίσεις, όπως η εργασία την Κυριακή για όλο και περισσότερους κλάδους εργαζομένων. Προφανώς εμφανίζονται έντονες διαφοροποιήσεις μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Για παράδειγμα, η ένδεια χρόνου (time-famine), αναγνωρισμένη παρενέργεια των κυρίαρχων πρακτικών ήδη από τη δεκαετία του ’70, συγκροτείται με συγκεκριμένα έμφυλα, πολιτιστικά και ταξικά χαρακτηριστικά.
Μία από τις πιο αρνητικές συνέπειες της όλο και μεγαλύτερης εντατικοποίησης της καθημερινότητας είναι η μείωση της δυνατότητας δημιουργίας κοινών τόπων και χώρων· αυτό αποτελεί ιδιαίτερα κρίσιμο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί σε οποιαδήποτε προσπάθεια εκδημοκρατισμού της πολιτικής. Ο νεοφιλελευθερισμός προσπαθεί να κατακτήσει περισσότερους τόπους, κοινούς ή προσωπικούς, και επιβάλλει τη μείωση των χρόνων ακόμα και για την πολιτική (sic). Ας μην ξεχνάμε ότι ένα από τα μαθήματα της περιόδου της κρίσης στην Ελλάδα ήταν ότι, σε κατάσταση πύκνωσης του πολιτικού χρονο-χώρου (ας μου επιτραπεί η διεύρυνση), ο χρόνος των αγορών επέβαλλε ρυθμούς που ανταγωνίζονταν τις πολιτικές διαδικασίες. Με άλλα λόγια, η κυρίαρχη αναπαράσταση για το χρόνο και το χώρο δημιουργεί ένα βαθύ πολιτικό πρόβλημα, αν θεωρήσουμε δεδομένο ότι όλα τα επίπεδα και οι εκφάνσεις του «πολιτικού» χρειάζονται κοινούς χρόνους και χώρους για συζήτηση, διαπραγμάτευση, όσμωση, σύγκρουση, συνεργασία κ.λπ.
Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η κυριαρχία ενός οικονομίστικου κι αφηρημένου προτύπου καθημερινότητας γίνεται εφικτή, παρά το γεγονός ότι ο καπιταλισμός, όπως έχουν τονίσει η Φρέιζερ και πολλές άλλες, στηρίζεται σε (υποβαθμισμένους) μη-καπιταλιστικούς χρόνους και χώρους, για παράδειγμα «ανα»-παραγωγής/φροντίδας. Δηλαδή, παρά το κυρίαρχο παράδειγμα, τόσο η πολιτική, με την έννοια του «πολιτικού», όσο και η καθημερινότητα, συμπεριλαμβανόμενης της λεγόμενης «ανα»-παραγωγής, εμπεριέχουν βιωμένους χρόνους και χώρους οι οποίοι διέπονται από άλλους ρυθμούς και πρακτικές όπου ο χρόνος και ο χώρος δεν είναι μόνοχρήμα. Τα κοινά αποτελούν μία από αυτές τις κατηγορίες ή είδη χρονο-χώρων που συγκροτούνται βάσει αξιών που κινούνται αντίθετα στο νεοφιλελεύθερο ρεύμα. Σε αυτούς τους χρόνους και χώρους αναπτύσσονται, με αργούς συνήθως ρυθμούς, συλλογικές διαδικασίες και πρακτικές συνεργασίας. Στην ουσία πρόκειται για δημιουργία κοινών χρόνων και χώρων διαλόγου και συλλογικής εργασίας, οι οποίοι επηρεάζουν το σύνολο της καθημερινότητας των εμπλεκομένων υποκειμένων, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Με βάση τα σημερινά κοινωνικά και πολιτιστικά δεδομένα είναι προφανές ότι η συμμετοχή σε παρόμοιες διαδικασίες, λόγω των δεσμεύσεων του καθημερινού προγράμματος, είναι περισσότερο εφικτή για συγκεκριμένες ομάδες κατοίκων.
Ο πόλεμος με τον καπιταλισμό για το χρόνο και το χώρο δεν είναι χαμένος, ακριβώς επειδή συντελείται και στην καθημερινότητα όπου υπάρχουν χρόνοι και χώροι πέρα από το χρήμα. Αν η Αριστερά θέλει να ενισχύσει περαιτέρω τις πρακτικές του κοινωνείν και τα κοινά, οφείλει, εκτός από την υποστήριξη των ίδιων των πρωτοβουλιών και των διαδικασιών ανάπτυξής τους, να πολεμήσει για μια καθημερινότητα πιο ανθρώπινων ρυθμών στην οποία θα δίνονται, μεταξύ άλλων, περισσότερες δυνατότητες συγκρότησης κοινών χρόνων και χώρων, κοινής δράσης και όσμωσης. Οι μικρές και μεγάλες μάχες για τη συνάντηση ετεροτήτων και την καλλιέργεια κοινών πρακτικών είναι ποικίλες, από την υπεράσπιση κοινών αργιών/παύσεων μέχρι τη δημιουργία τόπων συνύπαρξης των κατοίκων μιας περιοχής, είτε πρόκειται για μια γιορτή είτε για τη συναπόφαση σχετικά με τη γειτονιά και την πόλη. Παράλληλα, η Αριστερά οφείλει να στραφεί περισσότερο προς την υιοθέτηση τεχνολογικών προτάσεων σε εργαλεία και (ει δυνατόν) υποδομές που καταρχήν θα προωθούν από τον σχεδιασμό τους τις αξίες των κοινών, της συνδιαμόρφωσης και της συνεργασίας για το κοινό καλό· επίσης, ευκταίο θα ήταν οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται να καλλιεργούν άλλους ρυθμούς, χρονικότητες και ποιότητες χώρων -για παράδειγμα αύξηση της διάρκειας ζωής των προϊόντων ή έμφαση στην ανάπτυξη μιας περιβαλλοντικά βιώσιμης οικιακής τεχνολογίας, κυρίως στον τομέα των επαναλαμβανόμενων εργασιών.
Ως προς τη χάραξη στρατηγικής, η αριστερή απάντηση στην εντατικοποίηση της καθημερινότητας δεν μπορεί παρά να στοχεύει και στη μείωση των ωρών εργασίας, χωρίς μείωση μισθών, και μάλιστα προς την κατεύθυνση της μείωσης της εργασιακής εβδομάδας -ώστε, μεταξύ άλλων, να μοιραστούν πιο ισομερώς οι χρονοχώροι της αναπαραγωγής και ταυτόχρονα να μειωθεί το ενεργειακό αποτύπωμα. Μπορεί οι μακροπρόθεσμες στοχεύσεις, όπως και οι συζητήσεις για ένα καθολικό βασικό εισόδημα, να φαντάζουν ουτοπικές στην παρούσα φάση, όμως,με τον ρυθμό που εξελίσσονται ο καπιταλισμός και οι τεχνολογίες του κέρδους, αν δεν ενισχύσουμε σήμερα μια λίγο διαφορετική καθημερινότητα, ένα βιώσιμο παρόν με ενδυναμωμένες άλλες αξίες και πολιτισμικά χαρακτηριστικά, σύντομα «θα μας φάνε λάχανο», όλες, όλους και όλα.
* Διδακτόρισσα πολιτισμικής γεωγραφίας, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς