Διαδικτυακή εκδήλωση με αφορμή τη μελέτη του ThinkBee για το ΙΝΠ

Κλιματική κρίση: Κόκκινος συναγερμός για την ανθρωπότητα

(Τρίτη 1/2/2022 – Βίντεο & παρεμβάσεις)

 

Σε μια σε βάθος συζήτηση για τις προκλήσεις και τις αντιφάσεις που θέτει ενώπιον των σύγχρονων κοινωνιών -και της ελληνικής- η κλιματική κρίση, καθώς και για τις πολιτικές που πρέπει να ασκηθούν σε πολλά επίπεδα για την ανάσχεσή της εξελίχθηκε η διαδικτυακή παρουσίαση την Τρίτη 1η Φεβρουαρίου 2022 της μελέτης “Κλιματική κρίση: Κόκκινος συναγερμός για την ανθρωπότητα” που πραγματοποίησε η συλλογικότητα ThinkBee για λογαριασμό του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.

Στην συζήτηση -την οποία συντόνισε ο μηχανικός αλλά και τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας “Η Εποχή” σε περιβαλλοντικά θέματα, Ιωσήφ Σινιγάλιας– πήραν μέρος οι:

  • Ρένα Δούρου, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εκπρόσωπος για ζητήματα κλιματικής κρίσης, αλλά και πρώην περιφερειάρχης και επικεφαλής της μείζονος μειοψηφίας στο περιφερειακό συμβούλιο Αττικής,
  • Ιωσήφ Μποτετζάγιας, καθηγητής στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
  • Θεοδότα Νάντσου, επικεφαλής περιβαλλοντικής πολιτικής της WWF Ελλάς,
  • Δημήτρης Τσέκερης, μηχανολόγος μηχανικός και πρόεδρος της ThinkBee,
  • Δάφνη Φιλιππάκη, δικηγόρος και Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη στον Κύκλο Ποιότητας Ζωής, και
  • Άγγελος Χατζηδιάκος, μηχανολόγος-μηχανικός με ειδίκευση σε θέματα ενέργειας, μέλος της ThinkBee.

 

Δείτε το βίντεο της εκδήλωσης:

 

 

 

Ακολουθούν τα βασικά σημεία των παρεμβάσεων:

 

Δημήτρης Τσέκερης, μηχανολόγος μηχανικός και πρόεδρος ThinkBee:

  • H θέσπιση κλιματικού νόμου είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο, εφόσον λειτουργήσει όπως πρέπει.
  • Δεν πρέπει να υπάρχει πλέον καμία σκέψη για εξόρυξη υδρογονανθράκων και θα πρέπει να επιταχυνθεί η διαδικασία συνολικά της απανθρακοποίησης και όχι μόνο της απολιγνιτοποίησης, η οποία ανοίγει και την πίσω πόρτα στην αεριοποίηση.
  • Πρέπει να δούμε πώς οι πολίτες και οι τοπικές κοινωνίες θα συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή της μετάβασης, στην ενίσχυση και την προσαρμογή των υφιστάμενων υποδομών. Οι υποδομές που έχουμε δεν επαρκούν, έχουν ξεπεραστεί από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
  • Η μάχη για το κλίμα είναι η μάχη της ζωής μας και αυτός ο αγώνας δεν υπάρχει περιθώριο να μην κερδηθεί. Δεν υπάρχει η επιλογή της αδράνειας. Είτε θα αντιμετωπίσουμε συλλογικά και συνολικά τη μεγαλύτερη απειλή για τον ανθρώπινο πολιτισμό με αποφασιστικότητα στη βάση της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, είτε κινδυνεύουμε.

 

Η εκδήλωση ξεκίνησε με την παρουσίαση της μελέτης εκ μέρους των ερευνητών της ThinkBee.

Αρχικά, ο Δημήτρης Τσέκερης, μηχανολόγος μηχανικός και πρόεδρος της ThinkBee, υπογράμμισε ότι “βρισκόμαστε εντός ενός πλαισίου, όπου έχουμε πολλαπλές και ταυτόχρονες κρίσεις”, τονίζοντας ότι αφετηρία και κατάληξη της μελέτης είναι ότι “η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αποτελεί πρωτίστως μια πολιτικοκοινωνική πρόκληση και όχι μια απλώς τεχνολογική πρόκληση”. Όπως είπε, οι στόχοι της μελέτης είναι, μεταξύ άλλων: Να συμβάλει στη διάχυση της πληροφορίας σχετικά με τη σοβαρότητα της κλιματικής κρίσης. Να καταγράψει τις σημαντικότερες εκ των επιστημονικών μελετών και ερευνών που υπάρχουν αυτή τη στιγμή. Και να αποτελέσει είναι σημείο αναφοράς για την αναγκαιότητα διερεύνησης ενός οικολογικού αλλά και κοινωνικού μετασχηματισμού και μια εργαλειοθήκη στην επικοινωνιακή μάχη εναντίον της παραπληροφόρησης, παραθέτοντας στοιχεία, γραφήματα, αναφορές, επιστημονικές και επικοινωνιακές προσεγγίσεις και βεβαίως την κατάρριψη κάποιων μύθων.

Ως προς τη χρήση του όρου κλιματική αλλαγή ή κλιματική κρίση, ο Δ. Τσέκερης υπενθύμισε ότι ο πρώτος όρος καθιερώθηκε το 1992 και είναι “η αλλαγή του κλίματος, η οποία αποδίδεται άμεσα η έμμεσα στην ανθρωπογενή δραστηριότητα και προκαλεί τη μεταβολή της σύνθεσης της παγκόσμιας ατμόσφαιρας, επιπρόσθετα της φυσικής κλιματικής μεταβολής”. Όπως διευκρίνισε, “ο λόγος για τον οποίο έχουμε υιοθετήσει τον όρο κλιματική κρίση είναι επειδή αυξηθεί η ταχύτητά της, η συχνότητα, αλλά και η σφοδρότητα των φαινομένων που προκαλούνται”.

Σύμφωνα με τον Δ. Τσέκερη, “μια πολύ σημαντική διάσταση στο κομμάτι της κλιματικής κρίσης είναι το ζήτημα των ανισοτήτων. Παρότι όλοι αντιμετωπίζουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον πλανήτη και στη χώρα μας, οι επιπτώσεις αυτές πρέπει να ξέρουμε ότι πλήττουν δυσανάλογα τους φτωχότερους και τους πιο ευάλωτους”. Με βάση τα στοιχεία που έδειξε, το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού ευθύνεται για το 50% των συνολικών εκπομπών, ενώ το φτωχότερο 50% του παγκόσμιου πληθυσμού ευθύνεται μόλις για το 10% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Θυμίζοντας τους κλιματικούς στόχους που έχουν τεθεί από τη συμφωνία του Παρισιού για περιορισμό της αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας μέχρι τον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, ο Δ. Τσέκερης παρουσίασε δεδομένα που αξιοποιεί η μελέτη, σύμφωνα με τα οποία επιβεβαιώνεται η απόλυτη συσχέτιση της αύξησης της συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα με την αύξηση της θερμοκρασίας. Όπως είπε, “αυτή τη στιγμή, με τις υφιστάμενες πολιτικές που έχουν αναληφθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, βρισκόμαστε σε τροχιά αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου, πολύ πάνω από τον 1,5 και από τους 2 βαθμούς και αυτό έχει δυνητικά καταστροφικές επιπτώσεις”. Μάλιστα, αξιολόγησε τα αποτελέσματα της συνόδου για το κλίμα που έγινε πρόσφατα, τον Νοέμβριο του 2021, στην Γλασκώβη ως κατώτερα των αναμενόμενων, ως “έναν συμβιβασμό που αντικατοπτρίζει τα συμφέροντα, τις αντιφάσεις αλλά και την κατάσταση της πολιτικής βούλησης που έχουμε μέχρι στιγμής”.

Αναφερόμενος στην Πράσινη Συμφωνία, που έχει υιοθετηθεί ως αναπτυξιακή στρατηγική στην Ευρώπη, ο Δ. Τσέκερης υπενθύμισε ότι αυτή συνεπάγεται ότι μέχρι το 2050 η Ευρώπη θέλει να πετύχει την κλιματική ουδετερότητα, δηλαδή ουδέτερο, μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα. Επισήμανε ωστόσο ότι ο στόχος για 55% μείωση σε σχέση με το 1990 δεν ευθυγραμμίζεται πλήρως με την επιστήμη, που μιλά για μείωση 65% μέχρι το 2030. Εξάλλου, χαρακτήρισε αμφίσημο το μήνυμα που στέλνει η πρόσφατη ταξινομία για τις βιώσιμες επενδύσεις, όπου προτείνεται το ορυκτό αέριο, το φυσικό αέριο και τα πυρηνικά να θεωρούνται ως βιώσιμες πράσινες επενδύσεις, κάτι που, όπως είπε, “φυσικά επιστημονικά δεν στέκει και είναι μια διαδικασία που έχει ισχυρά πολιτικά χαρακτηριστικά”.

Απαντώντας το ερώτημα τι μπορούμε να κάνουμε ως χώρα, ο Δ. Τσέκερης τάχθηκε υπέρ του να θέσουμε πιο φιλόδοξους κλιματικούς στόχους, που μπορούν να επιτευχθούν μέσα από οριζόντιες πολιτικές που θα διατρέχουν και θα διαπνέουν συνολικά τις εθνικές πολιτικές, ευθυγραμμιζόμενες και με τις ευρωπαϊκές, αναφέροντας ότι η θέσπιση κλιματικού νόμου “είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο σε αυτή την κατεύθυνση, εφόσον λειτουργήσει όπως πρέπει”. Επίσης, σημείωσε ότι “δεν πρέπει να υπάρχει πλέον καμία σκέψη για εξόρυξη υδρογονανθράκων και θα πρέπει να επιταχυνθεί η διαδικασία συνολικά της απανθρακοποίησης και όχι μόνο της απολιγνιτοποίησης, η οποία ανοίγει και την πίσω πόρτα στην αεριοποίηση, και φυσικά της προστασίας των οικοσυστημάτων, χωρίς να μείνει κανείς καμία και κανένα πίσω”.

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε επίσης ο Δ. Τσέκερης στην εξοικονόμηση ενέργειας, υπογραμμίζοντας ότι “καθαρή ενέργεια είναι αυτή που δεν παρήχθη”, αλλά και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Επίσης, χαρακτήρισε πολύ σημαντικά τα ζητήματα αποθήκευσης ενέργειας και την ανάπτυξη δικτύων μεταφοράς και διανομής, αφού, όπως θύμισε, μέχρι το 2050 προβλέπεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο -και λόγω του εξηλεκτρισμού που θα προκύψει- αύξηση κατά 250% της ενέργειας που θα κληθούν να διαχειριστούν τα δίκτυα.

Παράλληλα, ο Δ. Τσέκερης τόνισε ότι χρειαζόμαστε ένα νέο μεταφορικό μοντέλο και όχι απλά να αλλάξουμε τα οχήματά μας σε ηλεκτρικά. Όπως είπε χαρακτηριστικά, “πρέπει να σκεφτούμε με διαφορετικό τρόπο, άρα πρέπει να δούμε και το ζήτημα των δημόσιων υποδομών μεταφοράς σε αυτή τη διαδικασία. Πρέπει να δούμε πώς οι πολίτες και οι τοπικές κοινωνίες θα συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή της μετάβασης, στην ενίσχυση και την προσαρμογή των υφιστάμενων υποδομών. Οι υποδομές που έχουμε δεν επαρκούν, έχουν ξεπεραστεί από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης”.

Κλείνοντας, ο Δ. Τσέκερης έδωσε έμφαση στο ζήτημα της διαγενεακής αλληλεγγύης και στη στήριξη προς τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι κινητοποιούνται, αλλά και σε ένα πλαίσιο διαθεματικότητας, αφού, όπως είπε, το θέμα της κλιματικής κρίσης σχετίζεται με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με την έμφυλη διάσταση, με ζητήματα που αφορούν τα εργασιακά κ.ο.κ. Όπως είπε, “η μάχη για το κλίμα είναι η μάχη της ζωής μας και αυτός ο αγώνας δεν υπάρχει περιθώριο αυτή τη στιγμή να μην κερδηθεί. Δεν υπάρχει η επιλογή της αδράνειας. Είτε θα αντιμετωπίσουμε συλλογικά και συνολικά τη μεγαλύτερη απειλή για τον ανθρώπινο πολιτισμό με αποφασιστικότητα στη βάση της αλληλεγγύης, στη βάση της δημοκρατίας, είτε κινδυνεύουμε”. Επίσης υπογράμμισε την κοινωνική διάσταση και τον κίνδυνο η πράσινη επανάσταση που συντελείται και θα συντελεστεί, να καταλήξει “σε πράσινα τοπία για λίγους και μια πράσινη βαρβαρότητα για τους πολλούς με την έννοια των νέων αποκλεισμών”. Όπως ανέφερε, ωστόσο “έχουμε ακόμα στη διάθεσή μας λίγο χρόνο, έχουμε πολλές δυνατότητες και νομίζω απαιτείται κινητοποίηση, συμμετοχή, ενημέρωση και πολιτική βούληση για να προχωρήσουμε σε έναν ριζικό, πράσινο, οικονομικό, οικολογικό και κοινωνικό μετασχηματισμό και να αντιμετωπίσουμε την τις επιπτώσεις κλιματικής κρίσης στη βάση των αναγκών των δικών μας και φυσικά του πλανήτη”.

 

Άγγελος Χατζηδιάκος, μηχανολόγος μηχανικός με ειδίκευση στα θέματα ενέργειας και μέλος ThinkBee:

  • Υπάρχουν σημεία καμπής που όταν τα ξεπερνάμε δεν υπάρχει επιστροφή. Γι’ αυτό και κάθε μήνας μετράει, κάθε κιλό εκπομπών CO2 μετράει.
  • Είναι συγκλονιστική η έλλειψη ενδιαφέροντος και η ελάχιστη σημασία που έδωσαν στη σύνοδο της Γλασκώβης τα ΜΜΕ και τα social media στην Ελλάδα.
  • Σε έναν πλανήτη που δίνουμε 2 τρισεκατομμύρια το χρόνο σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς για να προστατευτούμε ο ένας από τον άλλον, δεν μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε με 100 δις το χρόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες για να αντιμετωπίσουν την καταστροφή που έρχεται.
  • Στο πλαίσιο της απανθρακοποίησης της ενέργειας, για να μπορέσουμε να καλύψουμε αυτό το τεράστιο κενό με ΑΠΕ, πρέπει πρώτα να αναθεωρήσουμε τις ανάγκες μας, να ανακυκλώσουμε και να επαναχρησιμοποιήσουμε ενέργεια, αυτό να το κάνουμε αποδοτικά και τελικά το υπόλοιπο να το καλύψουμε με ΑΠΕ.
  • Η στρατηγική και η κατεύθυνση επιτάχυνσης της πράσινης μετάβασης είναι προαπαιτούμενο για μια νέα προοδευτική, οικολογική, αριστερή πολιτική.

Συνεχίζοντας την παρουσίαση των βασικών σημείων της μελέτης “Κλιματική κρίση: Κόκκινος συναγερμός για την ανθρωπότητα”, ο Άγγελος Χατζηδιάκος, μηχανολόγος μηχανικός με εξειδίκευση στα θέματα ενέργειας και μέλος του ThinkBee, ξεκίνησε επισημαίνοντας ότι ο τρόπος που συζητάμε πριν και μετά την πανδημία θα είναι διαφορετικός, υπογραμμίζοντας τους αναπόφευκτους παραλληλισμούς του τρόπου που αντιμετωπίζουμε και μιλάμε για την κλιματική αλλαγή και τον covid. Όπως είπε, “η πανδημία τα τελευταία δύο χρόνια μας έχει θυμίσει πόσο ευάλωτοι είμαστε στη φύση και έχει γκρεμίσει διάφορες ψευδαισθήσεις και ιδεολογικές εμμονές που μπορεί να μπορεί να κουβαλούσαμε”. Όπως τόνισε, η πανδημία και η κλιματική αλλαγή μας υπενθυμίζουν “την υποτίμηση του κινδύνου, την καχυποψία απέναντι στα επιστημονικά δεδομένα, την παραπληροφόρηση, το πόσο σημαντικό είναι το timing όταν παίρνουμε μέτρα, αλλά και πόσο αστεία είναι η εθνική στρατηγική αντιμετώπισης παγκόσμιων φαινομένων, πόσο αστεία είναι τα σύνορα απέναντι στη φύση, τον πλανήτη και τη βιολογία”. Σύμφωνα με τον Αγγ. Χατζηδιάκο, μέσα από την εμπειρία της πανδημίας μπορούμε να δούμε τι αποφάσεις πήραν οι κοινωνίες μας σε στιγμή κρίσης, τι θεώρησαν απαραίτητο να κρατηθεί και τι μπόρεσαν να αφήσουν πίσω. Έτσι, “μπορούμε να έχουμε και μια πολύ καλή οπτική για το τι αποφάσεις θα κληθούμε να πάρουμε τα επόμενα χρόνια πλησιάζοντας στο peak της κλιματικής κρίσης και προφανώς να αναθεωρήσουμε πάνω σε αυτές”.

Ο Άγγ. Χατζηδιάκος επισήμανε ιδιαίτερα την ύπαρξη σημείων καμπής, σημείων δηλαδή που όταν τα ξεπερνάμε δεν υπάρχει επιστροφή. Όπως είπε, “το ζήτημα με τα σημεία καμπής είναι ότι δεν ξέρουμε πού αυτά ακριβώς βρίσκονται. Ο ΟΗΕ έχει εισάγει την έννοια της ανεπίστρεπτης αλλαγής στην ισορροπία του πλανήτη. Ένα τέτοιο σημείο θα μπορούσε να είναι όταν θα χάσουμε το δάσος του Αμαζονίου σε περίπου 15 χρόνια, όταν θα χάσουμε τους παγετώνες στην Αρκτική. Ακόμα και αν εμείς επαναφέρουμε το κλίμα στα προηγούμενα επίπεδα, δεν σημαίνει ότι ξαφνικά η στάθμη της θάλασσας θα πέσει και ο παγετώνας θα ξαναδημιουργηθεί”. Υπενθύμισε δε ότι όσο περνάνε τα χρόνια ο ΟΗΕ επαναδιατυπώνει την κρίσιμη θερμοκρασία στη βάση νέων στοιχείων από τα επιστημονικά μοντέλα και πλέον έχουμε φτάσει να μιλάμε για κάτω από τους 2 βαθμούς, γι’ αυτό και τόνισε ότι “κάθε μήνας μετράει, κάθε κιλό εκπομπών CO2 μετράει”.

Ως προς τη σημασία του χρόνου και την καθυστέρηση στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, ο Αγγ. Χατζηδιάκος υπογράμμισε ότι “ερχόμαστε πια από την παλιά ατάκα, το “NIMBY” (Not in my back yard) στο “NIMTU” (Not in my term of office)”. Δηλαδή, “ξέρω ότι πρέπει να πάρω σαν πολιτική ηγεσία πάρα πολύ δύσκολες αποφάσεις, αλλά σε ένα χρόνο έχουμε εκλογές, οπότε εγώ δεν θα κόψω το φυσικό αέριο στη χώρα ή στην πόλη μου και τα λοιπά. Πρόκειται για κάτι ιδιαίτερα επικίνδυνο, γιατί ακριβώς το timing έχει να κάνει και με την ένταση και με την αποτελεσματικότητα των όποιων μέτρων”.

Σχολιάζοντας την πρόσφατη σύνοδο του ΟΗΕ στη Γλασκώβη, ο Άγγ. Χατζηδιάκος χαρακτήρισε συγκλονιστική την έλλειψη ενδιαφέροντος και την ελάχιστη σημασία που έδωσαν σε αυτή τα ΜΜΕ και τα social media στην Ελλάδα. Στα καλά στοιχεία της συμφωνίας κατέγραψε τη δέσμευση στον 1,5 βαθμό Κελσίου, όπως επίσης και τη δέσμευση ότι οι στόχοι αναθεωρούνται κάθε χρόνο πλέον και όχι κάθε 5 χρόνια, όπως ισχύει σήμερα, γιατί οι εξελίξεις και τα επιστημονικά δεδομένα έρχονται πάρα πολύ γρήγορα.

Στα αρνητικά της συμφωνίας, σημείωσε ότι δεν έχουμε καμία πρόνοια για έναν παγκόσμιο μηχανισμό που θα δεσμεύει τις χώρες στην υλοποίηση των στόχων. Επίσης και το γεγονός ότι οι αποδεσμεύσεις κεφαλαίων ανέρχονται σε μόλις 100 δισεκατομμυρία δολάρια από τις πλούσιες χώρες προς τις αναπτυσσόμενες. Όπως είπε “τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια ακούγονται πολλά, αλλά αν συζητάμε ότι η κλιματική καταστροφή είναι η μεγαλύτερη κρίση που δοκιμάζει η ανθρωπότητα και υπολογίσουμε πόσα λεφτά έδωσε η Ελλάδα, που δεν είναι ο πυλώνας της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, σε Ραφάλ πριν λίγες εβδομάδες, μας κάνει να σκεφτούμε ότι σε έναν πλανήτη που δίνουμε 2 τρισεκατομμύρια το χρόνο σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς για να προστατευτούμε ο ένας από τον άλλον, δεν μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε με 100 δις το χρόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες για να αντιμετωπίσουν την καταστροφή που έρχεται”.

Στο σκέλος της αντιμετώπισης της καταστροφής, ο Άγγ. Χατζηδιάκος ανέφερε ότι η μελέτη εστιάζει σε τρία στοιχεία. Πρώτον, το στοιχείο της προσαρμογής, σημειώνοντας ότι πρέπει πλέον να μιλάμε πολύ σοβαρά για προϋπολογισμούς προσαρμογής των χωρών στην καταστροφή που έρχεται. Αυτό μπορεί να είναι από μηχανικά μέτρα, φράγματα, αντιπυρικές ζώνες, μοντέλα, παρεμβάσεις, αναδασώσεις κ.λπ., αλλά και επικοινωνιακά μέτρα, κοινωνικά μέτρα, εκπαίδευση, επικοινωνία κ.λπ. Δεύτερον, ότι πρέπει να επαναδιατυπώσουμε και να ξανασυζητήσουμε το μοντέλο ανάπτυξης με μια στρατηγική προτεραιοτήτων, δηλαδή ποιες είναι οι προτεραιότητές μας, ενώ χρειάζεται να αναδιαρθρώσουμε ριζοσπαστικά τις οικονομίες μας, παραδεχόμενοι τους υλικούς όρους που ζούμε και τις οικολογικές ισορροπίες στον πλανήτη. Και τρίτον την απανθρακοποίηση της ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, για να μπορέσουμε να καλύψουμε αυτό το τεράστιο κενό με ΑΠΕ πρέπει πρώτα να αναθεωρήσουμε τις ανάγκες μας, να ανακυκλώσουμε και να επαναχρησιμοποιήσουμε ενέργεια, αυτό να το κάνουμε αποδοτικά και τελικά το υπόλοιπο να το καλύψουμε με ΑΠΕ.

Εδώ ο Άγγ. Χατζηδιάκος υπογράμμισε την κοινή παρανόηση που υπάρχει, ότι η απανθρακοποίηση του ηλεκτρικού δικτύου συνάδει με την απανθρακοποίηση της ενέργειας, ενώ είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το ηλεκτρικό δίκτυο, δηλαδή οι ηλεκτρικές μας ανάγκες, είναι ένα μικρό κομμάτι των ενεργειακών αναγκών σήμερα. Οπότε όσο πηγαίνουμε σε ένα μοντέλο εν μέρει εξηλεκτρισμού, όπου η θέρμανση, οι μεταφορές, η βιομηχανία κι ένα σωρό άλλες διεργασίες που μέχρι τώρα καλύπτονταν από ορυκτά καύσιμα θα γίνονται ηλεκτρικά, τότε πρέπει να αυξήσουμε αντίστοιχα και το ποσό που παράγουμε από ΑΠΕ.

Επίσης, ξεκαθάρισε μια άλλη συχνή παρανόηση γύρω από το υδρογόνο, τονίζοντας ότι “το υδρογόνο δεν είναι ΑΠΕ, το υδρογόνο δεν παράγει ενέργεια. Το υδρογόνο είναι μορφή αποθήκευσης ΑΠΕ και μπορεί να είναι πολύ χρήσιμο, ειδικά με ΑΠΕ, όπως οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά, τα οποία εξαρτώνται από τον καιρό, άρα το υδρογόνο μπορεί να λειτουργήσει ως εξισορρόπηση. Είναι σίγουρα χρήσιμο σε πιο περίπλοκες εφαρμογές, όπως είναι το να κινούμε αεροπλάνα, μεγάλα φορτηγά πλοία και τα λοιπά, αλλά το υδρογόνο δεν είναι ΑΠΕ. Το capacity των ΑΠΕ και πάλι θα πρέπει να καλυφθεί με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Και άλλες ΑΠΕ, αλλά κακά τα ψέματα πάνω από το 90% των ΑΠΕ αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά”.

Ο Αγγ. Χατζηδιάκος έθεσε με ιδιαίτερη έμφαση το ότι δεν έχουμε πρόβλημα τεχνολογικό. Όπως είπε, “η τεχνολογία είναι διαθέσιμη, έχουμε την τεχνολογία στα χέρια μας. Έχει δύσκολες αποφάσεις; Ναι. Τα μέτρα που έχουμε να πάρουμε -και δεν έχει νόημα να λέμε ψέματα στον κόσμο- είναι δύσκολα. Δεν καταλαβαίνω πώς μπορούμε να αποκλείουμε τεχνολογίες τη μία μετά την άλλη. Ακόμα οριακά, δυστυχώς, συζητάμε και για πυρηνικά, συζητάμε και για εργοστάσια καύσης σκουπιδιών. Εννοείται, συζητάμε για μεγάλα αιολικά πάρκα. Μπορούμε να αποφύγουμε κάποια από όλα αυτά; Πιθανότατα. Αλλά είναι ζήτημα προτεραιοτήτων, πρωτοβουλιών και κυρίως timing. Είναι άλλο να σχεδιάζουμε την ενεργειακή μετάβαση της χώρας από το 2016, που δεν το κάναμε. Είναι άλλο να το κάνουμε το 2022 και είναι αλλο να το κάνουμε το 2030. Και είναι άλλο να το κάνουμε σε μια χώρα η οποία δεν υποφέρει βάναυσα από την κλιματική αλλαγή αυτή τη στιγμή και είναι άλλο να προσπαθούμε να πάρουμε μέτρα σε μια περίοδο όπου η χώρα καίγεται, όπως θα γίνει τις επόμενες δεκαετίες”.

Ένα άλλο ζήτημα που θίγει η μελέτη και παρουσίασε ο Άγγ. Χατζηδιάκος είναι το ζήτημα της επικοινωνίας και ο ισχυρισμός ότι η σοβαρότητα της κατάστασης και οι επιπτώσεις στην καθημερινότητα της πλειοψηφίας της ανθρωπότητας είναι τελείως αναντίστοιχα με το ενδιαφέρον και την προσοχή του κοινού στις εξελίξεις και τις πρωτοβουλίες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Όπως είπε, “αυτό μάλλον αποτελεί ένα τραγικό παράδοξο για τον εικοστό πρώτο αιώνα. Η επιστήμη, οι επιστήμονες μάλλον, έτσι κι αλλιώς μας προειδοποιούσαν και για πανδημίες και για κορονοϊούς τα προηγούμενα χρόνια, αλλά μιλάνε με μια ιδιαίτερη τεχνική γλώσσα, η οποία δεν μπορεί να συγκινήσει τα μεγάλα ακροατήρια, δεν μπορεί να διαδοθεί με ταχύτητα. Μιλάνε με δύσκολες λέξεις, με υποθέσεις, με γραφήματα με δύσκολες αναφορές και έχουνε να αντιπαρατεθούν μια πολύ καλά οργανωμένη και χρηματοδοτημένη καμπάνια παραπληροφόρησης, τρομοκρατίας και ενημέρωσης από λόμπι πετρελαϊκών εταιρειών και τα λοιπά”.

Κλείνοντας, ο Άγγ. Χατζηδιάκος στάθηκε και πάλι στο ζήτημα των προτεραιοτήτων και στο ερώτημα του ποιος θα πληρώσει. Όπως είπε, “δεν πιστεύω ότι ισχύει η φράση ότι η ενεργειακή μετάβαση ή θα είναι προοδευτική, αριστερή, οικολογική ή δεν θα γίνει καθόλου. Νομίζω ότι υποτιμάμε διαρκώς το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, το οποίο είναι πολύ δημιουργικό, πολύ καινοτόμο και πολύ άδικο. Είμαστε στη μέση της ενεργειακής μετάβασης. Το θέμα είναι ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων”. Από την άλλη πλευρά, όπως ανέφερε, υπάρχουν στοιχεία μιας εναλλακτικής, κοινωνικά δίκαιης και συμμετοχικής μετάβασης, όπως π.χ. το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάζει δείκτες κοινωνικής ευημερίας δίπλα στους δείκτες του ΑΕΠ, ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα μπαίνουν στο δημόσιο δίκτυο, ότι συζητάμε για αποανάπτυξη και για έννοιες που πριν 15 χρόνια θα ήταν σχεδόν αδύνατες. Σύμφωνα με τον ίδιο, “για μια προοδευτική λύση, ακριβώς όπως και στον covid, δεν τίθεται ζήτημα προαπαιτούμενων. Δεν τίθεται ζήτημα ότι θα υποστηρίξουμε τη μετάβαση, που έρχεται καλώς η κακώς, με προαπαιτούμενα. Πρέπει να αντιστρέψουμε το ερώτημα και να πούμε ότι η στρατηγική και η κατεύθυνση επιτάχυνσης της πράσινης μετάβασης είναι προαπαιτούμενο για μια νέα προοδευτική, οικολογική, αριστερή πολιτική”.

 

Διαβάστε εδώ ολόκληρη τη μελέτη: https://poulantzas.gr/yliko/meleti-klimatiki-krisi-kokkinos-synagermos-gia-tin-anthropotita/

Δάφνη Φιλιππάκη, δικηγόρος, Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη στον Κύκλο Ποιότητας Ζωής:

  • Καθίσταται πλέον σαφές ότι όσο περισσότερο καθυστερούμε να λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα, τόσο πιο δύσκολα μπορούμε να αποκαταστήσουμε την περιβαλλοντική βλάβη.
  • Οι αναγκαίες υποδομές στη χώρα μας δεν έχουν ολοκληρωθεί για διάφορους λόγους. Και εδώ εντάσσονται τα μέτρα πρόληψης για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση και τις επιπτώσεις της.
  • Με βάση τις αναφορές πολιτών που υποβάλλονται στον Συνήγορο του Πολίτη, καθυστερήσεις και ανεπάρκειες παρατηρούνται : στη διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών και δασικών οδών, στον καθαρισμό οικοπέδων και το κλάδεμα ή κοπή δέντρων, στην έλλειψη ή στην τεχνική ικανότητα των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας, στον καθαρισμό των ρεμάτων, στις αυθαίρετες κατασκευές στα ρέματα, στη μη εφαρμογή τελεσίδικων αποφάσεων σχετικά με την κατεδάφιση των αυθαίρετων κατασκευών στα ρέματα.
  • Χρειάζεται άμεση ενεργοποίηση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών για την εφαρμογή και υλοποίηση των ήδη προβλεπόμενων στη νομοθεσία μέτρων πρόληψης, προκειμένου να μετριαστούν οι επιπτώσεις κλιματικής αλλαγής.
  • Η ενεργειακή μετάβαση έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και έχει αναδείξει το αυξανόμενο πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας. Ο Συνήγορος έχει προτείνει κάποια μέτρα άμεσης ανακούφισης, όπως στην επαύξηση του δοσιακού διακανονισμού, και κάποια μέτρα μείωσης των χρεώσεων του λογαριασμού ρεύματος, ούτως ώστε να περιλαμβάνονται μόνο χρεώσεις που αφορούν την κατανάλωση του ρεύματος και να μην συνεισπράττονται ποσά που επιβαρύνουν υπέρμετρα τους λογαριασμούς, όπως παραδείγματος χάρη τα δημοτικά τέλη.

Μετά την παρουσίαση των βασικών ευρημάτων της μελέτης, τον κύκλο του σχολιασμού άνοιξε η Δάφνη Φιλιππάκη, Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη στον Κύκλο Ποιότητας Ζωής. Όπως σχολίασε, “η μελέτη αποτυπώνει και τεκμηριώνει τη μετάβαση της κλιματικής αλλαγής στην κλιματική κρίση, λόγω της ταχύτητας της συχνότητας και της σφοδρότητας των φαινομένων. Καθίσταται πλέον σαφές ότι όσο περισσότερο καθυστερούμε να λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα, τόσο πιο δύσκολα μπορούμε να αποκαταστήσουμε την περιβαλλοντική βλάβη”.

Από την πλευρά της η Δ. Φιλιππάκη στάθηκε ιδιαίτερα στα σημεία της μελέτης που αφορούν τα μέτρα πρόληψης για τη διαχείριση των επιπτώσεων και για την αντιμετώπιση κλιματικής κρίσης, ειδικότερα στο σημείο που αφορά την προσαρμογή για την προστασία των κοινοτήτων και των φυσικών βιότοπων, όπου αναφέρεται ότι οι χώρες θα πρέπει να αποκαταστήσουν τα οικοσυστήματα και να κάνουν τις υποδομές πιο ανθεκτικές. Όπως είπε, οι αναγκαίες υποδομές στη χώρα μας “δεν έχουν ολοκληρωθεί για διάφορους λόγους. Και εδώ εντάσσονται τα μέτρα πρόληψης για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση και τις επιπτώσεις της”.

Επίσης, η Δ. Φιλιππάκη υπογράμμισε το ζήτημα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, η οποία φέρνει πιο έντονες βροχοπτώσεις και συναφείς πλημμύρες, τονίζοντας ότι οι καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι πλέον απτές και στα ακραία καιρικά φαινόμενα, ενώ και στην Ελλάδα βιώνουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής με αδιαμφισβήτητες συνέπειες για την κοινωνία και την οικονομία της χώρας. Όπως είπε, “είναι γεγονός ότι και στη χώρα μας βιώνουμε ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι έντονες βροχοπτώσεις, πλημμύρες, αλλά και έντονες χιονοπτώσεις. Πιο πρόσφατα παραδείγματα είναι το 2021, το φαινόμενο της “Μήδειας” με τη μακρά διάρκειας χιονόπτωση, ο “Μπάλος” με τις έντονες βροχοπτώσεις και πολύ πρόσφατα αυτό που ζήσαμε πριν από μερικές μέρες, η “Ελπίδα”, πάλι με τις πολύ έντονες χιονοπτώσεις”.

Ως προς το ρόλο του Συνηγόρου σε σχέση με αυτά τα ζητήματα, η Δ. Φιλιππάκη υπενθύμισε ότι “η εμπειρία του Συνηγόρου του Πολίτη μέσα από τη διαμεσολάβηση και τις έρευνες των αναφορών, μας καθιστά αποδεκτή όλων των διαμαρτυριών των πολιτών που βιώνουν τις δυσμενείς επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων στην καθημερινότητά τους, ακριβώς γιατί δεν λαμβάνονται αυτά τα προληπτικά μέτρα που αναφέραμε, που θα μπορούσαν να περιορίσουν και τις επιπτώσεις”.

Όπως είπε, οι πολίτες αναφέρουν συγκεκριμένα προβλήματα στην Αρχή. Οι ενέργειες από τις αρμόδιες υπηρεσίες είτε πραγματοποιούνται με πολύ μεγάλη καθυστέρηση είτε καθόλου: δεν διανοίγονται οι σχετικές αντιπυρικές ζώνες και οι δασικές οδοί, δεν καθαρίζονται τα οικόπεδα από τα ξερά χόρτα και τα γερασμένα δέντρα, δεν γίνεται ορθή κλάδευση ή κοπή δέντρου όταν χρειάζεται, με αποτέλεσμα όταν έχουμε έντονα καιρικά φαινόμενα να έχουμε μαζικές πτώσεις κλαδιών και δέντρων, να έχουμε πολύωρες διακοπές ηλεκτροδότησης, βλάβες ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ. Χαρακτηριστικά ανέφερε μάλιστα ότι σύμφωνα με την ενημέρωση του ΔΕΔΔΗΕ, κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας “Μήδεια”, έγιναν 40.000 διακοπές ρεύματος και 2.000 πτώσεις δέντρων.

Άλλη μια κατηγορία αναφορών που δέχεται ο Συνήγορος του Πολίτη, σύμφωνα με όσα ανέφερε η Δ. Φιλιππάκη, αφορά την έλλειψη έργων αντιπλημμυρικής προστασίας, τη μη επαρκή τεχνική ικανότητα των υφιστάμενων έργων, καθώς και τον καθαρισμό των ρεμάτων, τις αυθαίρετες κατασκευές στα ρέματα, με αποτέλεσμα, ιδίως σε περιοχές του αστικού ιστού, να διαπιστώνεται ότι η κοίτη του ρέματος μπορεί να έχει εξαφανιστεί. Ένα άλλο ζήτημα για το οποίο ο Συνήγορος του Πολίτη λαμβάνει παράπονα αφορά τη μη εφαρμογή τελεσίδικων αποφάσεων σχετικά με την κατεδάφιση των αυθαίρετων κατασκευών στα ρέματα.

Όπως είπε η Δ. Φιλιππάκη, ο Συνήγορος έχει επανειλημμένα εστιάσει στα μέτρα πρόληψης που πρέπει να λαμβάνονται από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, διαπιστώνοντας ότι χρειάζεται ορθή διαχείριση του φυσικού κεφαλαίου και ενίσχυση των υφιστάμενων υποδομών. Όπως ανέφερε, “χρειάζεται άμεση ενεργοποίηση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών για την εφαρμογή και υλοποίηση των ήδη προβλεπόμενων στη νομοθεσία μέτρων πρόληψης, προκειμένου να μετριαστούν οι επιπτώσεις κλιματικής αλλαγής. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να διασφαλίσουμε την υγιή βλάστηση, να διενεργούνται συστηματικά καθαρισμοί, να γίνεται κλάδεμα, να καθαρίζονται σε σύντομο χρόνο τα οικόπεδα από την πυκνή βλάστηση και να απομακρυνονται τα δεματα απο τους δήμους. Αυτά τα μέτρα είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την πρόληψη και την αποτροπή των πυρκαγιών. Και ακόμα απαιτείται η υπογειοποίηση του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Ως προς τη διαχείριση των όμβριων υδάτων, πρέπει να υλοποιηθούν νέα, να βελτιωθούν τα υφιστάμενα αντιπλημμυρικά έργα, καθώς δεν έχουν γίνει σχέδια διαχείρισης πλημμυρών, θα πρέπει να υλοποιηθούν και τα έργα που τα προβλέπουν. Τέλος, θα πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα για να απομακρυνθούν οι επιχωματώσεις, να παύσει η αυθαίρετη δόμηση στα ρέματα, να καθαρίζονται συστηματικά τα φρεάτια στις πόλεις που είναι βασικές, αιτίες που προκαλούν τα έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Χρειάζεται λοιπόν ο σχεδιασμός και υλοποίηση των απαραίτητων υποδομών με τη λήψη των προβλεπόμενων προληπτικών μέτρων”.

Σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, η οποία είναι σαφώς αναγκαία αλλά και επιστημονικά αποδεκτή, η Δ. Φιλιππάκη επισήμανε ότι “είναι αναγκαία η μείωση της παραγωγής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα και η αύξηση της παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας”. Ωστόσο, όπως είπε,”η μετάβαση αυτή έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και έχει αναδείξει το αυξανόμενο πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας. Αυτό το βλέπουμε και στη χώρα μας”. Όπως ενημέρωσε η ίδια, και για αυτό το θέμα ο Συνήγορος του Πολίτη δέχεται πλήθος αναφορών από πολίτες με αντικείμενο την αδυναμία πληρωμής των λογαριασμών ρεύματος και πλέον αυτό δεν αφορά μόνο τους ευάλωτους καταναλωτές, αλλά και πολίτες που δεν είναι ενταγμένοι στο μητρώο ευάλωτων πελατών.

Στο πλαίσιο αυτό, ο Συνήγορος έχει προτείνει κάποια μέτρα άμεσης ανακούφισης, όπως στην επαύξηση του δοσιακού διακανονισμού, και κάποια μέτρα μείωσης των χρεώσεων του λογαριασμού ρεύματος, ούτως ώστε να περιλαμβάνονται μόνο χρεώσεις που αφορούν την κατανάλωση του ρεύματος και να μην συνεισπράττονται ποσά που επιβαρύνουν υπέρμετρα τους λογαριασμούς, όπως παραδείγματος χάρη τα δημοτικά τέλη.

 

Θεοδότα Νάντσου, επικεφαλής περιβαλλοντικής πολιτικής WWF Ελλάς:

  • Η Ελλάδα και άλλα κράτη λειτουργούν σε ορίζοντα τετραετίας και εκεί χωλαίνει η πρόοδος στην αντιμετώπιση τεράστιων θεμάτων, όπως είναι πλέον η κλιματική κρίση, η οποία είναι μια υπαρξιακή κρίση που καλύπτει και αφορά όλο τον πλανήτη.
  • Η μεγάλη πρόκληση είναι ένας καλός εθνικός κλιματικός νόμος, ένας κλιματικός νόμος ο οποίος βάζει τον πήχη, τους στόχους να τους βάλει επιστήμη. Είναι απαραίτητο να υπάρχει ρόλος για ανεξάρτητο όργανο, όχι πολιτικά τοποθετημένο, το οποίο να αναφέρεται στη Βουλή, με συγκεκριμένα κριτήρια, να βάζει τον πήχη και από κει και πέρα να ξεκινάει μια συμπεριληπτική διαδικασία διαμόρφωσης των πολιτικών.
  • Η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει τεράστια θέματα ελλιπέστατης διακυβέρνησης. […] Η Ελλάδα έχει τεράστια θέματα να αντιμετωπίσει σε σχέση με τη διαφάνεια, σε σχέση με το πώς η διοίκηση μιλάει μεταξύ της, σε σχέση με το πώς πάμε συντεταγμένα όλοι μαζί προς την πορεία αυτή.
  • Είναι απαραίτητο στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα να βγούμε πιο δυνατοί ως κοινωνία ως οικονομία και ως κοινωνία. Και σίγουρα επειδή είναι τεράστια περιβαλλοντική πρόκληση η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, δεν μπορούμε να δεχθούμε να μείνει κάποιος πίσω. Άρα μιλάμε για δίκαιη μετάβαση.
  • Το φυσικό περιβάλλον, η φύση, τα οικοσυστήματα είναι η ισχυρότερη άμυνα που έχουμε ενάντια στις κλιματικές καταστροφές. Είναι και μηχανισμός απορρόφησης άνθρακα και ρύθμισης των μετεωρολογικών συνθηκών και του κλίματος σε τοπικό επίπεδο, αλλά είναι και η ισχυρότερη άμυνα μας για την προστασία από κλιματικές καταστροφές. Όλο αυτό το πακέτο πρέπει να αποτελέσει απαραιτήτως περιεχόμενο ενός συμπαγούς και αποτελεσματικού κλιματικού νόμου.

Στην δική της παρέμβαση, η επικεφαλής περιβαλλοντικής πολιτικής της WWF Ελλάς, Θεοδότα Νάντσου, ξεκίνησε επισημαίνοντας την ανάγκη μελέτες όπως αυτή της ThinkBee για το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς να κυκλοφορήσουν από όλα τα think tanks και να δοθεί έμφαση από όλα τα πολιτικά κόμματα.

Υπογράμμισε ότι “η Ελλάδα και άλλα κράτη λειτουργούν σε ορίζοντα τετραετίας και εκεί χωλαίνει η αντιμετώπιση και η πρόοδος στην αντιμετώπιση τεράστιων θεμάτων, όπως είναι πλέον η κλιματική κρίση, η οποία είναι μια υπαρξιακή κρίση που καλύπτει και αφορά όλο τον πλανήτη”. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, το βάρος που έχει κάθε κράτος δεν θα έπρεπε να παίζει ρόλο εδώ, αφού “όταν λέμε μηδέν εκπομπές, όταν ο στόχος είναι μηδέν, τότε όλοι πρέπει να πάμε για μηδέν. Δεν υπάρχει δικαιολογία είτε για την Ελλάδα είτε για τη Γερμανία είτε για την Κίνα. Μπορεί να υπάρχει για κάποιες χώρες οι οποίες πραγματικά έχουνε υστέρηση οικονομική και αυτές πρέπει να βοηθηθούν, αλλά δεν έχει καμία δικαιολογία η Ελλάδα να λέει ότι ‘έχω βγει από κρίση και άρα δεν θα μπω στον δρόμο της απανθρακοποίησης'”.

Η Θ. Νάντσου στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη για ένα ολοκληρωμένο συμπαγές και πραγματικά δίκαιο εθνικό πλαίσιο. Όπως είπε, “η Ευρωπαϊκή Ένωση βάζει το μεγάλο πλαίσιο, τη μεγάλη εικόνα. Ποιοι είναι οι στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν. Από κει και πέρα αρχίζουμε και μπαίνουμε σε έναν αγώνα δρόμου για το πώς θα πάει κάθε κράτος όσο το δυνατόν καλύτερα, με καλύτερους όρους, ώστε να επιτευχθεί αυτός ο υπαρξιακός στόχος πλέον του μηδενισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου”. Σύμφωνα με την ίδια, “η μεγάλη πρόκληση είναι αυτό που λέμε ένας καλός εθνικός κλιματικός νόμος, ένας κλιματικός νόμος ο οποίος βάζει τον πήχη, τους στόχους να τους βάλει επιστήμη . Και εδώ είναι άλλη μια πρόκληση για το πώς οι φυσικές επιστήμες, η φυσική της ατμόσφαιρας, η κλιματική επιστήμη, η κλιματική έρευνα μιλάει με το τεράστιο κεφάλαιο της διάπλασης πολιτικής και του κοινωνικού διαλόγου. Τον πήχη λοιπόν τον βάζει η επιστήμη και εδώ είναι απαραίτητο στον κλιματικό νόμο που ελπίζουμε ότι θα έρθει σύντομα στη Βουλή να υπάρχει ρόλος για ανεξάρτητο όργανο, όχι πολιτικά τοποθετημένο, όχι ο φίλος μου, ο ξάδερφός μου μπαίνει πρόεδρος σε μια γνωμοδοτική επιτροπή και άρα τελικά αποφασίζει ένας υπουργός. Είναι απαραίτητο το όργανο αυτό να αναφέρεται στη Βουλή, με συγκεκριμένα κριτήρια, να βάζει τον πήχη και από κει και πέρα να ξεκινάει μια συμπεριληπτική διαδικασία διαμόρφωσης των πολιτικών”.

Όπως ανέφερε, “η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει τεράστια θέματα ελλιπέστατης διακυβέρνησης. Πέραν του ότι ο στόχος πρέπει να μπει -άρα το 2040, όπως ειπώθηκε, μηδενισμός- η Ελλάδα έχει τεράστια θέματα να αντιμετωπίσει σε σχέση με τη διαφάνεια, σε σχέση με το πώς η διοίκηση μιλάει μεταξύ της, σε σχέση με το πώς πάμε συντεταγμένα όλοι μαζί προς την πορεία αυτή. Αν οι προκλήσεις και οι συγκρούσεις και οι διαφωνίες έχουν επικεντρωθεί στο κεφάλαιο της ενέργειας και κυρίως της ηλεκτροπαραγωγής – μας αρέσουν οι ΑΠΕ, δεν μας αρέσουν οι ΑΠΕ, που κάνουν ζημιές και πραγματικά σε κάποια σε κάποιες περιπτώσεις γίνονται ζημιές, πώς θα πάμε στο 100% ΑΠΕ με τον καλύτερο τρόπο – περιμένετε να δείτε τι θα γίνει όταν θα μπούνε στην διαδικασία αυτή και οι άλλοι τομείς, η γεωργία και ο σχεδιασμός του χώρου. Αυτά είναι θέματα τα οποία δεν τα έχουμε πιάσει ακόμα και πρέπει ο εθνικός κλιματικός νόμος να τα πιάσει”. Ως χαρακτηριστικό δε παράδειγμα η Θ. Νάντσου ανέφερε εδώ το ζήτημα της εκτός σχεδίου δόμησης, τονίζοντας ότι “οι άτυποι οικισμοί είναι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο, προκαλούν τους μεγαλύτερους κινδύνους και για το φυσικό περιβάλλον και έχουν τεράστιο κλιματικό αποτύπωμα”, υπενθυμίζοντας και τη σχετική συζήτηση που γίνεται αυτή την περίοδο στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ γύρω από την εκτός σχεδίου ιδιωτική πολεοδόμηση και τις δασικές πυρκαγιές.

Μάλιστα, η Θ. Νάντσου σημείωσε χαρακτηριστικά ότι “η κλιματική αλλαγή αλλάζει τα πάντα”, επομένως πρέπει να αλλάξουμε όλο τοντρόπο με τον οποίο ζούσαμε και λειτουργούσαμε μέχρι τώρα. Στάθηκε δε ιδιαίτερα στο κεφάλαιο των δικαιωμάτων. Όπως ανέφερε, “είναι απαραίτητο στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα να βγούμε πιο δυνατοί ως κοινωνία, ως οικονομία και ως κοινωνία.
Και σίγουρα επειδή είναι τεράστια περιβαλλοντική πρόκληση η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, δεν μπορούμε να δεχθούμε να μείνει κάποιος πίσω. Άρα μιλάμε για δίκαιη μετάβαση. Όχι μόνο στις λιγνιτικές περιφέρειες, στις οποίες χρωστάμε τεράστια ευγνωμοσύνη, γιατί επί δεκαετίες εκείνοι σήκωσαν το μεγάλο βάρος της ρύπανσης, της αρρώστιας, της σκληρής δουλειάς, ώστε η χώρα και όλη η Ευρώπη να έχει ρεύμα. Αυτή τη στιγμή πρέπει να αφήσουμε πίσω το κεφάλαιο λιγνίτης, ορυκτό αέριο, πετρέλαιο και να προχωρήσουμε μπροστά. Δεν μπορούμε όμως να αφήσουμε αυτούς τους ανθρώπους πίσω. Και άρα πρέπει να δοθεί έμφαση στο πώς και αυτοί οι άνθρωποι και όλοι οι άλλοι των οποίων η εργασία θα πρέπει να αλλάξει, πώς δεν θα μείνουν πίσω. Και για αυτό έχει σημασία για εμάς ότι στην πρόταση που έχουμε διαμορφώσει για τον κλιματικό νόμο 12 φορείς, είπαμε ότι πρέπει να δούμε πού θα γίνουν οι μεγάλες αλλαγές. Όχι πού δεν μου αρέσει να δω ένα αιολικό, ένα φωτοβολταϊκό, αλλά πού θα γίνουν και πώς θα γίνουν με όρους δικαιότερους και ασφαλέστερους για το περιβάλλον και για όλους”.

Τέλος, η Θ. Νάντσου σημείωσε ότι “το φυσικό περιβάλλον, η φύση, τα οικοσυστήματα είναι η ισχυρότερη άμυνα που έχουμε ενάντια στις κλιματικές καταστροφές. Είναι και μηχανισμός απορρόφησης άνθρακα και ρύθμισης των μετεωρολογικών συνθηκών και του κλίματος σε τοπικό επίπεδο, αλλά είναι και η ισχυρότερη άμυνα μας για την προστασία από κλιματικές καταστροφές. Όλο αυτό το πακέτο πρέπει να αποτελέσει απαραιτήτως περιεχόμενο ενός συμπαγούς και αποτελεσματικού κλιματικού νόμου, ο οποίος θα βλέπει μπροστά δεν θα βλέπει πίσω”. Τόνισε δε την ανάγκη να συμπορευθούν όλα τα πολιτικά κόμματα και το σύνολο της κοινωνίας, προκειμένου να φέρουμε τις αλλαγές που πρέπει να δει η Ελλάδα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

 

Ιωσήφ Μποτετζάγιας, καθηγητής Τμήματος Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου:

  • Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα είναι η κλιματική αλλαγή, πρέπει όμως να θέτουμε το ερώτημα κατά πόσο οι θεραπείες είναι χειρότερες από την ασθένεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η χρήση λιθίου και κοβαλτίου στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Το μαγικό ραβδί των ηλεκτρικών αυτοκινήτων δεν είναι κλιματικά ουδέτερο. Και όχι μόνο δεν κλιματικά ουδέτερο, είναι και περιβαλλοντικά και κοινωνικά πάρα πολύ επικίνδυνο.
  • Η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα κακό που μας βρήκε και θα το αντιμετωπίσουμε και μετά θα πάνε όλα καλά. Στηρίζουμε και ενισχύουμε ένα οικονομικό μοντέλο, το οποίο ασκεί ασύλληπτες και μη βιώσιμες πιέσεις στα οικοσυστήματα.
  • Καταναλώνουμε τους φυσικούς πόρους με ασύλληπτους ρυθμούς, με μη βιώσιμους ρυθμούς. Αυτοί οι οποίοι καταναλώνουν υπέρμετρα τους πόρους του πλανήτη μας, αυτοί οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τις μεγαλύτερες εκπομπές, είναι οι πιο πλούσιοι ανάμεσά μας.
  • Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή, όπως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη γενικότερη περιβαλλοντική κρίση, αν δεν συζητήσουμε και δεν επιλύσουμε δύο βασικά προβλήματα: το θέμα των μεγάλων κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων και το θέμα της υπερκατανάλωσης.

Παίρνοντας τη σκυτάλη των παρεμβάσεων, ο καθηγητής στο Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ιωσήφ Μποτετζάγιας, ξεκίνησε επισημαίνοντας ότι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα είναι η κλιματική αλλαγή, θέτοντας ωστόσο το ερώτημα κατά πόσο οι θεραπείες είναι ενδεχομένως χειρότερες από την ασθένεια, αλλά και επισημαίνοντας ότι η κλιματική αλλαγή είναι η έκφραση μιας πολύ ευρύτερης κρίσης αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών που βασανίζουν το ανθρώπινο είδος επί δεκαετίες.

Φέρνοντας ένα παράδειγμα, ο Ιωσ. Μποτετζάγιας υπενθύμισε ότι “ενώ όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε αυτοκίνητα που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα και η λυδία λίθος είναι τα περίφημα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ίσως κάτι που δεν ξέρουν οι περισσότεροι είναι ότι ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο δεν σημαίνει ότι είναι ένα κλιματικά ουδέτερο αυτοκίνητο”. Όπως ανέφερε, πρώτον, το ηλεκτρικό αυτοκίνητο έχει μικρότερες εκπομπές, αλλά όχι μηδενικές και δεύτερον, είναι πολύ ενδιαφέρον ότι η κλιματικές επιπτώσεις των ηλεκτρικών οχημάτων είναι στον τομέα της εύρεσης και εξόρυξης των πρώτων υλών. Σύμφωνα με τον Ιωσ. Μποτετζάγια, “το μαγικό ραβδί των ηλεκτρικών αυτοκινήτων δεν είναι κλιματικά ουδέτερο. Και όχι μόνο δεν κλιματικά ουδέτερο, είναι και περιβαλλοντικά και κοινωνικά πάρα πολύ επικίνδυνο”.

Όπως εξήγησε ο Ιωσ. Μποτετζάγιας, δύο πολύ βασικά ορυκτά, τα οποία χρησιμοποιούμε στα ηλεκτρικά αμάξια είναι το λίθιο και το κοβάλτιο. Το λίθιο, όπως υπενθύμισε συγκεντρώνεται στη Νότια Αμερική, στην περιοχή της Χιλής, της Βολιβίας, της Αργεντινής και για να εξορύξουμε το λίθιο χρησιμοποιούνται τεράστιες ποσότητες νερού. Όπως είπε, “είναι το νερό που παίρνουμε από τους αγρότες, από τους κτηνοτρόφους, από τις τοπικές κοινότητες. Υπάρχουν περιοχές στη Χιλή, όπου 65% του νερού του διαθέσιμου νερού χρησιμοποιείται από τις εταιρείες που βγάζουν λίθιο”. Αντίστοιχα, το κοβάλτιο εξορύσσεται κυρίως στο Κογκό, όπου το 20% της παραγωγής προέρχεται από μοναχικούς ιδιώτες ανθρακωρύχους, από τους οποίους ένας στους έξι είναι παιδιά ηλικίας μέχρι 6 ετών. Όπως είπε, “40.000 παιδιά, σύμφωνα με έρευνες της Unicef, δουλεύουν σαν εργάτες για να βγάλουν το κοβάλτιο, το οποίο φτιάχνει τις μπαταρίες για τα δικά μας αμάξια”, ενώ υπογράμμισε το πόσο πίσω βρισκόμαστε στα ζητήματα της κυκλικής οικονομίας και της ανακύκλωσης αυτών των τόσο πολύτιμων μετάλλων. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ιωσ. Μποτετζάγια, “πρέπει να μας προβληματίζει, μήπως οι λύσεις που φαντασιώνονται για την κλιματική αλλαγή είναι εξίσου κακές, μήπως έχουν και αυτές ένα πολύ αρνητικό πρόσημο”.

Το δεύτερο σημείο στο οποίο στάθηκε ο Ιωσ. Μποτετζάγιας είναι ότι “η κλιματική αλλαγή δεν είναι κάτι ένα κακό της μοίρας μας, ένα κακό που μας βρήκε και θα το αντιμετωπίσουμε και μετά θα πάνε όλα καλά”. Όπως ανέφερε, “η κλιματική αλλαγή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το τελευταίο, το πιο τραγικό, το πιο συγκλονιστικό επεισόδιο σε μια σειρά επεισοδίων στη σειρά που λέγεται: Πώς να αυτοκτονήσουμε καταστρέφοντας τον πλανήτη μας. Και η συνταγή που ακολουθούμε είναι πάρα πολύ απλή. Στηρίζουμε και ενισχύουμε ένα οικονομικό μοντέλο, το οποίο ασκεί ασύλληπτες και μη βιώσιμες, πιέσεις στα οικοσυστήματα”. Σύμφωνα με όσα στοιχεία κατέθεσε ο κ. Μποτετζάγιας, καταναλώνουμε τους φυσικούς πόρους με ασύλληπτους ρυθμούς, με μη βιώσιμους ρυθμούς. Και, όπως είπε, “αυτοί οι οποίοι καταναλώνουν υπέρμετρα τους πόρους του πλανήτη μας, αυτοί οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τις μεγαλύτερες εκπομπές, είναι οι πιο πλούσιοι ανάμεσά μας. Αυτό δυστυχώς είναι κάτι που προσωπικά δεν βλέπω να συζητιέται και να αναφέρεται αρκετά”.

Καταλήγοντας, ο Ιωσ. Μποτετζάγιας υπογράμμισε ότι “η πραγματικότητα είναι ότι για την κλιματική αλλαγή και για όλα τα αντίστοιχα προβλήματα φταίει ένα συγκεκριμένο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο”. Αναφερόμενος δε στην πολιτική οικολογία, τόνισε ότι “δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή, όπως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη γενικότερη περιβαλλοντική κρίση, αν δεν συζητήσουμε και δεν επιλύσουμε δύο βασικά προβλήματα: το θέμα των μεγάλων κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων και το θέμα της υπερκατανάλωσης. Αυτά πρέπει να υλοποιήσουμε και πρέπει να αντιμετωπίσουμε μαζί”.

 

Ρένα Δούρου, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εκπρόσωπος για ζητήματα κλιματικής κρίσης, πρ. περιφερειάρχης και επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο περιφερειακό συμβούλιο Αττικής:

  • Υπάρχουν συγκεκριμένες παθογένειες δεκαετιών μιας στρεβλής ανάπτυξης που ταυτίστηκε με την τσιμεντοποίηση. Η αλήθεια είναι ότι αν έχεις υπουργική απόφαση του 2003 που κλείνει τα ρέματα και επιτρέπει τη δόμηση στο Δήμο Μάνδρας-Ειδυλλίας, είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα η σιωπή σου όταν το 2017 τα ρέματα αυτά δίνουν πλημμυρικά φαινόμενα και παίρνουν ζωές και καταστρέφουν περιουσίες.
  • Η πράσινη μετάβαση δεν είναι μια διαδικασία τεχνοκρατικά ουδέτερη. Ευθύνη όλων σήμερα απέναντι στην πρόκληση της κλιματικής κρίσης, η οποία είναι τεράστια, είναι να αναδείξουμε ότι δεν μας συνέβη μια συμφορά που πρέπει να τη δούμε απλά με έναν μοιρολατρικό τρόπο, αλλά ότι έχει σημαινόμενο πολιτικό και ιδεολογικό.
  • Αποφάσεις σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, σε σχέση με την προστασία περιοχών εξαιρετικού ενδιαφέροντος βιοποικιλότητας Natura 2020 λαμβάνονται μεν σήμερα, αλλά οι συνέπειές τους θα γίνουν αισθητές πάρα πολύ αργά, όταν οι εν λόγω υπογράφοντες πολιτικοί θα έχουν αποσυρθεί από την πολιτική σκηνή, όπως έγινε και με το υπουργικό διάταγμα του 2003, που μπάζωσε τα ρέματα της Μάνδρας, επομένως δεν θα έχουν ούτε με την ευρύτερη έννοια το πολιτικό κόστος.
  • Η υπόθεση του κλιματικού νόμου θα πρέπει να είμαι μια υπόθεση που να την πάρουμε όλοι πάνω μας, διότι είναι στα χέρια μιας επικίνδυνης και υποκριτικής κυβέρνησης
  • Η έμφυλη διάσταση της κλιματικής κρίσης είναι και το κλειδί της αντιμετώπισής της από τη στιγμή που οι γυναίκες είναι τα πρώτα και απανταχού θύματα της κλιματικής κρίσης και που πολλές φορές καλούνται πρώτες να την αντιμετωπίσουν σε όλα τα επίπεδα, να αναλάβουν πρωτοβουλίες, να συμβάλουν σε πολιτικές, να αναζητήσουν βιώσιμες λύσεις. Το μέλλον θα είναι αριστερό και οικολογικό, αλλά και με τις γυναίκες στην πρώτη γραμμή των αγώνων για να έχουμε πραγματικά μια διαφορά.
  • Το διακύβευμα που έχουμε μπροστά μας είναι να χτίσουμε ένα ευρύ προοδευτικό μέτωπο για μια μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα, με περισσότερα δικαιώματα, περισσότερη και καλύτερη δημοκρατία. Ισχυρίζομαι ότι δεν είναι επιλογή μας, είναι υποχρέωσή μας.

Τον κύκλο των ομιλιών έκλεισε η Ρένα Δούρου, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εκπρόσωπος για ζητήματα κλιματικής κρίσης, αλλά και πρώην περιφερειάρχης και επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο περιφερειακό συμβούλιο Αττικής, αναφερόμενη στις σημαντικές μελέτες που έχουν προκύψει από τη συνεργασία του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς με την ερευνητική ομάδα ThinkBee. Χαρακτήρισε μάλιστα “κρίσιμης σημασίας το γεγονός ότι το Ινστιτούτο μεταφέρει στον εγχώριο διάλογο τους προβληματισμούς, τα διακυβεύματα της διεθνούς συζήτησης που διεξάγεται στα διεθνή fora, τις διασκέψεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα αλλά και τις εκδηλώσεις οικολογικών μη κυβερνητικών οργανώσεων σε όλο τον πλανήτη”, σε ένα ζοφερό περιβάλλον δημόσιου διαλόγου, και μάλιστα όχι ως μια μηχανιστική μεταφορά, αλλά προσπαθώντας να εμπλουτίσει μια διαδικασία ενημέρωσης και διαλόγου.

Όπως ανέφερε η Ρ. Δούρου, η μελέτη και η εν γένει δουλειά του Ινστιτούτου στον τομέα του περιβάλλοντος “λαμβάνει υπόψη τις συγκεκριμένες παθογένειες δεκαετιών μιας στρεβλής ανάπτυξης που ταυτίστηκε με την τσιμεντοποίηση”. Όπως χαρακτηριστικά είπε, σχολιάζοντας και τις αναφορές της Δ. Φιλιππάκη στα ρέματα και στην αυθαίρετη δόμηση, “η αλήθεια είναι ότι αν έχεις υπουργική απόφαση του 2003 που κλείνει τα ρέματα και επιτρέπει τη δόμηση στο Δήμο Μάνδρας-Ειδυλλίας, είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα η σιωπή σου όταν το 2017 τα ρέματα αυτά δίνουν πλημμυρικά φαινόμενα και παίρνουν ζωές και καταστρέφουν περιουσίες. Άρα, έχουμε ένα μοντέλο ανάπτυξης που δυστυχώς ακολουθεί και η σημερινή κυβέρνηση, όπως διαπιστώσαμε και με τον περιβαλλοντοκτόνο νόμο που αποδομεί τη νομική προστασία του περιβάλλοντος, την κατάργηση της προστασίας των περιοχών Natura κ.λπ., και ουσιαστικά πρεσβεύει όσα σήμερα διαπιστώνουμε”.

Ένα δεύτερο ζήτημα στο οποίο στάθηκε η Ρ. Δούρου είναι ότι το Ινστιτούτο εξετάζει το ζήτημα της κλιματικής κρίσης υπό μια δημοκρατική, ριζοσπαστική, αριστερή και προοδευτική σκοπιά. Όπως ανέφερε, “η πράσινη μετάβαση δεν είναι μια διαδικασία τεχνοκρατικά ουδέτερη, αφού -όπως σημειώνει η μελέτη- στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος που ενισχύει τις πολιτικές μετάβασης μέσω των μηχανισμών της αγοράς αποκλειστικά, αυτή θα μετατραπεί σε ένα ταξικό εργαλείο που μπορεί να βαθύνει και να πολλαπλασιάσει τις κοινωνικές τις οικονομικές ανισότητες”. Μάλιστα η Ρ. Δούρου υπενθύμισε ότι στην Ευρώπη, ακόμη και πολιτικοί όπως ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ θεωρούν την κλιματική αλλαγή ως μια νέα πηγή του μεταναστευτικού φαινομένου, θεσμοποιώντας τον όρο του κλιματικού πρόσφυγα.

Στο πλαίσιο αυτό, κάνοντας μνεία και στα ευρήματα της έρευνας του ΙΝΠ για τη νεολαία, η Ρ. Δούρου ανάφερε ότι πολύ σωστά το Ινστιτούτο σημειώνει ότι “το μέλλον θα είναι αριστερό και οικολογικό”, τονίζοντας ότι “ευθύνη όλων σήμερα απέναντι στην πρόκληση της κλιματικής κρίσης, η οποία είναι τεράστια, είναι να αναδείξουμε ότι δεν μας συνέβη μια συμφορά που πρέπει να τη δούμε απλά με έναν μοιρολατρικό τρόπο, αλλά ότι έχει σημαινόμενο πολιτικό και ιδεολογικό”.

Με αυτή την έννοια, χαρακτήρισε ως πολύ σπουδαίο το γεγονός ότι η συζήτηση προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα κρίσιμα, “καταρρίπτοντας μύθους, που εξακολουθούν να αρνούνται ή να υποτιμούν την κλιματική κρίση, και παράλληλα φέρνοντας στο φως όλα όσα οι νεοφιλελεύθεροι γκουρού του πράσινου καπιταλισμού προσπαθούν να αποκρύψουν με συστηματικό green washing. Δύο χρόνια τώρα ζούμε αυτό το πράγμα και επί υπουργίας κ. Χατζηδάκη και επί υπουργίας κ. Σκρέκα”. Μάλιστα, η Ρ. Δούρου εκτίμησε ότι μελέτες όπως αυτή της ThinkBee και του ΙΝΠ “είναι ένα εργαλείο δράσης στα χέρια των νέων, γιατί δίνει επιστημονικά έγκυρες απαντήσεις. Περιγράφει εμπεριστατωμένα αλλά κατανοητά τον κόκκινο συναγερμό που ηχεί στον πλανήτη εδώ και πολλές δεκαετίες, δυστυχώς σε ώτα μη ακουόντων”.

Ιδιαίτερα επίσης υπογράμμισε η Ρ. Δούρου το γεγονός ότι αποφάσεις σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, σε σχέση με την προστασία περιοχών εξαιρετικού ενδιαφέροντος βιοποικιλότητας Natura 2020 λαμβάνονται μεν σήμερα, αλλά οι συνέπειές τους θα γίνουν αισθητές πάρα πολύ αργά, όταν οι εν λόγω υπογράφοντες πολιτικοί θα έχουν αποσυρθεί από την πολιτική σκηνή, όπως έγινε και με το υπουργικό διάταγμα του 2003, που μπάζωσε τα ρέματα της Μάνδρας, επομένως δεν θα έχουν ούτε με την ευρύτερη έννοια το πολιτικό κόστος.

Υπενθυμίζοντας και τη διεθνή διάσταση της κρίσης, η Ρ. Δούρου εκτίμησε ότι υπάρχει τεράστιο θέμα από τις αποφάσεις των αιρετών. Επικαλούμενη τον Αντόνιο Γκουτιέρες, σημείωσε ότι “είμαστε μπροστά σε μη αναστρέψιμα ευρήματα και δεν έχουμε και εχέγγυα ότι οι αιρετοί αυτή τη στιγμή σε διάφορα fora τοπικής αυτοδιοίκησης, εθνικά κοινοβούλια, IPCC, θα λειτουργήσουν έτσι ώστε ο καιρός που δεν έχουμε για χάσιμο να ανευρεθεί”. Με την έννοια αυτή, σημείωσε ότι “η υπόθεση του κλιματικού νόμου θα πρέπει να είμαι μια υπόθεση που να την πάρουμε όλοι πάνω μας, διότι -δεν μπορώ να μην την αξιολογήσω πολιτικά- είναι στα χέρια μιας επικίνδυνης και υποκριτικής κυβέρνησης, μιας κυβέρνησης Ιανού”. Μάλιστα, η Ρ. Δούρου θύμισε ότι το διακύβευμα του εθνικού κλιματικού νόμου είχε θέσει η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, όταν χώρες όπως το Περού έχουν κλιματικό νόμο από το 2008, ενώ ο κ. Μητσοτάκης ασμένως το είχε αποδεχτεί, αλλά έχει περάσει έκτοτε ένας χρόνος. Εξέφρασε δε τον φόβο ότι και αυτός ο νόμος θα προχωρήσει χωρίς διαβούλευση.

Κλείνοντας την παρέμβασή της, η Ρ. Δούρου έκανε μια εκτενή αναφορά στην έμφυλη διάσταση της κλιματικής κρίσης, σημειώνοντας ότι “είναι και το κλειδί της αντιμετώπισής της από τη στιγμή που οι γυναίκες είναι τα πρώτα και απανταχού θύματα της κλιματικής κρίσης και που πολλές φορές καλούνται πρώτες να την αντιμετωπίσουν σε όλα τα επίπεδα, να αναλάβουν πρωτοβουλίες, να συμβάλουν σε πολιτικές, να αναζητήσουν βιώσιμες λύσεις”. Όπως τόνισε η Ρ. Δούρου, “η ιστορία της ισότιμης και ουσιαστικής συμμετοχής των γυναικών στα κέντρα λήψης των κλιματικών αποφάσεων πρέπει να είναι μονόδρομος. Και δυστυχώς και για το περιβάλλον και για το κλίμα και για τον πλανήτη ολόκληρο -άρα προφανώς και για τη χώρα μας- οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται παντού, ακόμα και στα αρμόδια όργανα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών”.

Μάλιστα, η Ρ. Δούρου υπογράμμισε ιδιαίτερα το έμφυλο έλειμμα και της ίδιας της διάσκεψης της Γλασκώβης, χρησιμοποιώντας την φράση της Mary Robinson, πρώην Προέδρου της Ιρλανδίας, πρώην Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, ότι η “COP26 είναι πολύ αρσενική, πολύ λευκή και άρα πολύ ξεπερασμένη”, καταλήγοντας ότι “το μέλλον θα είναι αριστερό και οικολογικό, αλλά και με τις γυναίκες στην πρώτη γραμμή των αγώνων για να έχουμε πραγματικά μια διαφορά” και υπενθυμίζοντας το κίνημα του οικοφεμινισμού, που γεννιέται από τη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι οι αγώνες για την οικολογία και τον φεμινισμό περιέχουν τα κλειδιά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στο σύνολο των φύλων και της βιωσιμότητας με ισότητα. Γι’ αυτό και, όπως είπε, “το διακύβευμα που έχουμε μπροστά μας είναι να χτίσουμε ένα ευρύ προοδευτικό μέτωπο για μια μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα, με περισσότερα δικαιώματα, περισσότερη και καλύτερη δημοκρατία. Ισχυρίζομαι ότι δεν είναι επιλογή μας, είναι υποχρέωσή μας”.

 

Μετά τις τοποθετήσεις, ακολούθησε συζήτηση και απαντήθηκαν ερωτήσεις από το κοινό της εκδήλωσης.

* Σημειώνεται ότι η Νατάσα Ρωμανού δεν μπόρεσε να πάρει μέρος στην εκδήλωση λόγω έκτακτου κωλύματος.