Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα Εποχή 

 

Η πανδημία του κορωνοϊού και τα κυβερνητικά μέτρα σε διάφορες χώρες έχουν προκαλέσει μια έκρηξη δημιουργικού προβληματισμού που διατυπώνεται και σε κείμενα τα οποία κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Κάποια από αυτά αφορούν την ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων μεταξύ ιταλών, κυρίως, φιλοσόφων που άρχισε με ένα άρθρο του Τζόρτζιο Αγκάμπεν υπό τον τίτλο “L’ invenzione di un epidemia”
[«Η εφεύρεση μιας επιδημίας»]. Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο των εκδόσεων Quodlibet (https://www.quodlibet.it/giorgio-agamben-l-invenzione-di-un-epidemia), στις 26 Φεβρουαρίου 2020, όταν η κυβέρνηση Κόντε επέβαλε περιοριστικά μέτρα στη Βόρεια Ιταλία, όπου είχαν παρουσιαστεί τα πρώτα κρούσματα της νόσου.

Σ’ αυτό το άρθρο ο Αγκάμπεν κατέκρινε τα έκτακτα μέτρα «κατά της υποτιθέμενης επιδημίας του κορωνοϊού», θεωρώντας ότι αυτά οδηγούν σε μια «αυθεντική κατάσταση εξαίρεσης με σοβαρούς περιορισμούς στην κίνηση και αναστολή της καθημερινής ζωής σε ολόκληρες περιοχές», και κατέληγε επισημαίνοντας ότι «οι περιορισμοί της ελευθερίας που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις γίνονται δεκτοί στο όνομα της επιθυμίας της ασφάλειας, την οποία έχουν δημιουργήσει οι ίδιες κυβερνήσεις που σήμερα παρεμβαίνουν για να την ικανοποιήσουν».
Οι αντιδράσεις στη συγκεκριμένη τοποθέτηση του Αγκάμπεν ήταν έντονες, με ορισμένες εξ αυτών να δημοσιεύονται στα αγγλικά στην ιστοσελίδα του επιστημονικού περιοδικού European Journal of Psychoanalysis (https://www.journal-psychoanalysis.eu/coronavirus-and-philosophers/), υπό τον γενικό τίτλο “Coronavirus and philosophers” [«Ο κορωνοϊός και οι φιλόσοφοι»]. Από τα επτά κείμενα που δημοσιεύτηκαν εκεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει αυτό του Σέρτζιο Μπενβενούτο με τίτλο “Welcome to seclusion” [«Καλωσορίζουμε την απομόνωση»] (πρώτη δημοσίευση στα ιταλικά στις 5 Μαρτίου, στον ιστότοπο Antinomie (https://antinomie.it/index.php/2020/03/05/benvenuto-in-clausura/). Γράφει ο Μπενβενούτο: «Τα μέτρα που ελήφθησαν στην Ιταλία δεν είναι, όπως ισχυρίζεται ένας από τους αγαπημένους μου φιλόσοφους, ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, το αποτέλεσμα ενός δεσποτικού ενστίκτου των αρχουσών τάξεων, που είναι ενστικτωδώς παθιασμένοι με την “κατάσταση εξαίρεσης”». Όσοι υποστηρίζουν τέτοιες απόψεις, συνεχίζει, «στην ουσία υιοθετούν αυτό που άλλοι φιλόσοφοι έχουν αποκαλέσει θεωρίες συνομωσίας». Και καταλήγει: «Συχνά εκπλήσσομαι από το πόσο συχνά, παραφράζοντας τον Άμλετ, πρέπει να υπενθυμίζουμε σε πολλούς φιλόσοφους ότι: Υπάρχει περισσότερη πολιτική στον ουρανό και τη γη από όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σας».
Εκτός από τα προαναφερθέντα κείμενα, στο διαδίκτυο μπορεί να βρει κανείς και άλλα πολύ ενδιαφέροντα άρθρα σε σχέση με αυτή την αντιπαράθεση, μεταξύ των οποίων ένα του Παναγιώτη Σωτήρη με τίτλο “Against Agamben: Is a Democratic Biopolitics Possible” [«Κατά Αγκάμπεν: Είναι εφικτή μια δημοκρατική βιοπολιτική;»], που δημοσιεύτηκε στο μπλογκ Critical Legal Thinking-Law and the Political- (http://criticallegalthinking.com/2020/03/14/against-agamben-is-a-democratic-biopolitics-possible). Από αυτά επιλέξαμε να μεταφράσουμε από τον ιστότοπο του βρετανικού εκδοτικού οίκου Verso και να δημοσιεύσουμε ένα αισιόδοξο κείμενο του Σάντρο Μετσάντρα, καθηγητή της πολιτικής θεωρίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, με τίτλος “Politics of struggles in the time of pandemic” [«Πολιτικές αγώνων στον καιρό της πανδημίας»], το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ιταλικά στον ιστότοπο του δικτύου Euronomade ( http://www.euronomade.info/?p=13085), στις 14 Μαρτίου 2020.
Οι αντιδράσεις που υπήρξαν στο άρθρο του ανάγκασαν τον Αγκάμπεν να γράψει ένα νέο «διευκρινιστικό» κείμενο στις 17 Μαρτίου 2020 που μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον φίλο του Άνταμ Κότσκο (Giorgio Agamben, “Clarifications” https://itself.blog/2020/03/17/giorgio-agamben-clarifications/), το οποίο δεν διαφέρει πολύ από το προηγούμενο, παρά το ηπιότερο ύφος του, ενδεχομένως και λόγω της διάψευσής του αρχικού ισχυρισμού του περί «υποτιθέμενης επιδημίας». Λόγω του ενδιαφέροντος που παρουσιάζει η σκέψη του ιταλού φιλόσοφου δημοσιεύουμε ορισμένα αποσπάσματα αυτού του δεύτερου άρθρου του.
Καλό διάβασμα, και καλά να είμαστε όλοι και όλες για να συμμετέχουμε από το σπίτι μας στην άνοιξη του κριτικού προβληματισμού που μας έφερε ο κορωνοϊός.

Επιμέλεια, μετάφραση κειμένων: Χάρης Γολέμης

 

 

Ο πολιτικός αγώνας στον καιρό  της πανδημίας

Σάντρο Μετσάντρα

Παρατεταμένη αναμονή στο φαρμακείο, μεγάλη ουρά για να μπεις στο σούπερ μάρκετ: οι εμπειρίες σαν κι αυτές, όλο και πιο κοινές σήμερα, μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε ότι η διάδοση του κορωνοϊού μετασχηματίζει την κοινωνία μας. Ωστόσο, η παγκόσμια πανδημία και τα μέτρα που επέβαλε η ιταλική κυβέρνηση στην προσπάθειά της να την αντιμετωπίσει στην πραγματικότητα επιδεινώνουν απλώς προϋπάρχουσες τάσεις. Οι πρόσφατες δεκαετίες, στις οποίες κυριάρχησαν οι πολιτικές του φόβου, έχουν αφήσει το στίγμα τους. Αυτό μπορεί να το δει κανείς στο σημερινό φόβο της φυσικής επαφής, ή στα καχύποπτα βλέμματα που επιτηρούν την τήρηση της «απόστασης ασφαλείας» μεταξύ των ανθρώπων. Αναμφίβολα, το άγχος του ελέγχου ενισχύει τις εξουσίες που κυριαρχούν στις ζωές μας, και είναι καλό να θυμόμαστε ότι από την στιγμή που λαμβάνονται αυτού του είδους τα κυβερνητικά μέτρα αυτά παραμένουν στο οπλοστάσιο του πολιτικά εφικτού.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εικόνες που εκπέμπουν ένα εντελώς διαφορετικό μήνυμα. Οι άνθρωποι στο δρόμο χαμογελούν ο ένας στον άλλο, στα μπαλκόνια τραγουδούν και παίζουν μουσική, ενώ έχει αναπτυχθεί και ένα αίσθημα αλληλεγγύης όχι μόνο για τους γιατρούς και τους νοσοκόμους, αλλά και για τους εργάτες που απεργούν υπερασπίζοντας το δικαίωμά τους στην ασφάλιση υγείας.

 

Υπό απειλή το «κοινό» και η «φροντίδα»

Οι συζητήσεις που γίνονται αυτές τις ημέρες στο εσωτερικό του πολύχρωμου κόσμου των κοινωνικών κινημάτων και της Αριστεράς φαίνεται να εστιάζονται κυρίως στην πρώτη πλευρά, δηλαδή στη βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου σε καιρούς έκτακτης ανάγκης. Ακόμα και αν εξαιρέσει κανείς τις θέσεις διακεκριμένων φιλοσόφων που έχουν μετατραπεί σε λοιμωξιολόγους και επιδημιολόγους, σε πολλές παρεμβάσεις υπάρχει κάποιος σκεπτικισμός σε σχέση με τον COVID-19 και τον κίνδυνο από αυτόν. Υποστηρίζω ότι αυτή η στάση είναι παραπλανητική. Με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, η συζήτηση θα έπρεπε να αρχίζει με τη διαπίστωση ότι η διάδοση του κορωνοϊού δεν απειλεί μόνο την υγεία και τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων (κυρίως των ηλικιωμένων και των ευπαθών ομάδων), αλλά και την επιβίωση των συστημάτων υγείας. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια αμφιβολία γι’ αυτό. Αλλά αν έτσι έχουν τα πράγματα, ο κορωνοϊός απειλεί κάτι ουσιώδες, αυτό που αποκαλούμε «κοινό». Η τωρινή επιδημία δείχνει πόσο εύθραυστο και επισφαλές είναι αυτό το «κοινό» (όπως και η ζωής μας), καθώς και την ανάγκη για «φροντίδα»-η οποία τα τελευταία χρόνια είναι στο επίκεντρο κυρίως των φεμινιστικών συζητήσεων. Έτσι, χωρίς να ξεχνώ την αύξηση του ελέγχου που υπάρχει σήμερα, στο κείμενό μου θέλω να αναφερθώ σ’ αυτά τα θέματα εξετάζοντας τι συμβαίνει στην Ιταλία, στην Ευρώπη, και στον κόσμο.
Τα οικονομικά αποτελέσματα του κορωνοϊού είναι στην κυριολεξία πρωτοφανή. Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, μια κρίση που οι ρίζες της είναι στην «πραγματική οικονομία» πλήττει βίαια τις χρηματαγορές προκαλώντας πρωτοφανείς απώλειες. Η μεταφορά που ταιριάζει καλύτερα στην περιγραφή της σημερινής κατάστασης του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι «παρακώλυση». Όπως σε έναν καθρέφτη, η κρίση αντανακλά την αντεστραμμένη εικόνα ενός καπιταλισμού, που τα κυκλώματά του αξιοποίησης και συσσώρευσης εξαρτώνται απολύτως από την αδιάκοπη κίνηση του κεφαλαίου, των εμπορευμάτων, και των ανθρώπων. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες, που συνδέουν τις υλικοτεχνικές υποδομές του σκελετού της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, φαίνεται ότι σήμερα έχουν σε μεγάλο βαθμό μπλοκαριστεί. Αυτό το μπλοκάρισμα αποτυπώνεται στη μεγάλη πτώση των τιμών των μετοχών-οι οποίες για ένα μεγάλο διάστημα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην επέκταση των εφοδιαστικών αλυσίδων και των συνδεδεμένων δικτύων διαδρόμων, ειδικών ζωνών και κόμβων.
Δεν θα ήταν υπερβολικό να ισχυριστούμε ότι με τη σημερινή πανδημία ο καπιταλισμός έχει φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Σε καμιά περίπτωση δεν ενδίδω σε φαντασιώσεις «κατάρρευσης» ή αποκάλυψης. Ο καπιταλισμός σίγουρα θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από τον κορωνοϊό, αλλά σε μια εκδοχή που θα είναι ριζικά διαφορετική από αυτήν που γνωρίσαμε στο πρόσφατο παρελθόν -αν και κάποιες ριζοσπαστικές αλλαγές είχαν ήδη εμφανιστεί από την χρηματοπιστωτική κρίση των ετών 2007-2008. Νομίζω ότι προκειμένου να κατανοήσουμε αυτό που συμβαίνει στην Ιταλία πρέπει να ξεκινήσουμε από αυτήν την εκτίμηση που ισχύει σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα η Ιταλία είναι ένα «εργαστήριο», αλλά με διαφορετικούς όρους από αυτούς του όχι τόσου μακρινού παρελθόντος.

 

Δύο εναλλακτικές

Με κίνδυνο υπεραπλούστευσης θα μπορούσαμε να πούμε ότι σήμερα έχουν διαμορφωθεί δύο συγκεκριμένες εναλλακτικές για την αντιμετώπιση της κρίσης. Από τη μια πλευρά, υπάρχει η «μαλθουσιανή» απάντηση -που στην ουσία εμπνέεται από τον κοινωνικό δαρβινισμό- η οποία εκφράζεται από τον άξονα Τζόνσον-Τραμπ-Μπολσονάρο. Από την άλλη πλευρά, αναδύεται μια εναλλακτική απάντηση που στοχεύει στην αναβάθμιση του δημόσιου συστήματος υγείας ως βασικού εργαλείου για την αντιμετώπιση της κρίσης-εδώ υπάρχουν τα διαφορετικά παραδείγματα της Κίνας, της Νότιας Κορέας, και της Ιταλίας. Στην πρώτη περίπτωση, ο θάνατος χιλιάδων ανθρώπων θεωρείται μια μορφή φυσικής επιλογής. Στη δεύτερη περίπτωση, για λόγους που είναι σε μεγάλο βαθμό συγκυριακοί, κυριαρχεί η άποψη που εκφράζεται με τη φράση «οφείλουμε να υπερασπιστούμε την κοινωνία», με διαφορετικούς βαθμούς αυταρχισμού και κοινωνικού ελέγχου.
Να διευκρινίσω ότι με κανέναν τρόπο δεν επιδοκιμάζω τα μέτρα που εφαρμόζει η ιταλική κυβέρνηση. Αυτή τη στιγμή, όμως, αυτό που περιορίζομαι να πω είναι ότι σε όλο τον κόσμο διεξάγεται μια σύγκρουση που θα έχει κρίσιμες συνέπειες όχι μόνο για το μέλλον του καπιταλισμού, αλλά και για τις ίδιες τις ζωές μας. Η συγκεκριμένη σύγκρουση επηρεάζει ακόμα και χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, και τη Βραζιλία, οι κυβερνήσεις των οποίων υιοθετούν «μαλθουσιανές». Οι αντιστάσεις είναι σκληρές και έχουν βαθιές κοινωνικές και πολιτικές ρίζες. Αφορά όμως και χώρες όπως η Ιταλία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την άρνηση των εργατών να δεχτούν τις επιλογές της Confindustria (ΣτΜ: Γενική Συνοσπονδία της Ιταλικής Βιομηχανίας-η ένωση των ιταλών βιομηχάνων), θυσιαζόμενοι στο όνομα της πρωτοκαθεδρίας της παραγωγής. Γενικότερα, η διαχείριση της επιδημίας του κορωνοϊού φαίνεται ότι είναι ένα κρίσιμο πεδίο αντιπαράθεσης. Μόνο η όξυνση των κοινωνικών αγώνων (σήμερα και στους επόμενους μήνες) μπορεί να ανοίξει χώρους δημοκρατίας και «φροντίδας» για το «κοινό». Αυτό δεν ισχύει λιγότερο για την Ιταλία από όσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Πεδία πάλης

Υπάρχουν διάφορα σενάρια για το άμεσο μέλλον και αξίζει τον κόπο να αναλύσουμε τις συνθήκες που θα τους επιτρέψουν να ισχύσουν. Η θεμελιακή αξία του δημόσιου συστήματος υγείας, δηλαδή το κοινωνικό δικαίωμα στην υγεία, είναι ένα στοιχείο που δύσκολα μπορεί να τεθεί σε αμφισβήτηση σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, θα είναι δύσκολο να προταθούν περαιτέρω περικοπές δαπανών και είναι πιθανόν να αρχίσει μια νέα εποχή δημόσιων επενδύσεων, κυρίως λόγω της πίεσης των εργαζόμενων στην υγεία. Η ελπίδα είναι ότι αυτό θα συμβεί και στην εκπαίδευση, αν και βέβαια θα χρειαστεί να φροντίσουμε να μη γίνουν μόνιμες ορισμένες αλλαγές που συνέβησαν τις πρόσφατες εβδομάδες (με πρώτη τη διδασκαλία online). Όπως σε όλες τις κρίσεις, το βάρος της εργασίας φροντίδας πέφτει στις γυναίκες, αλλά και αυτό δημιουργεί χώρο για νέους αγώνες και νέες διαπραγματεύσεις. Οι εργατικές απεργίες, που ήδη αναφέρθηκαν, δείχνουν τη δυνατότητα νέων πρωτόγνωρων συνδικαλιστικών οριζόντων, στους οποίους περιλαμβάνονται ο κοινωνικός συνδικαλισμός και το αίτημα για ένα «εισόδημα καραντίνας». Αν και με εξαιρετικά ακριβό τίμημα, οι πρόσφατες εξεγέρσεις στις ιταλικές φυλακές εξασφάλισαν μεγάλη προβολή και πέτυχαν μερικά σημαντικά αποτελέσματα. Ανάλογες εξελίξεις υπήρξαν και στα κέντρα κράτησης προσφύγων και μεταναστών, όπου ο κορωνοϊός σταμάτησε τους επαναπατρισμούς, αν και όχι την κράτηση.
Να επαναλάβω ότι σήμερα υπάρχουν σενάρια που προτείνουν συγκεκριμένα πεδία πάλης και όχι απλώς κυβερνητικές παρεμβάσεις. Από μεθοδολογική άποψη θεωρώ κρίσιμο να αρχίσουμε από αυτή τη διαπίστωση. Επιπλέον, ο ιός έχει αναδείξει και καταστήσει αντικείμενο χλευασμού την ψευδαίσθηση του κυριαρχισμού και του φετιχισμού των συνόρων. Αυτό είναι μια καλή ευκαιρία να αρχίσουμε πάλι να σκεφτόμαστε το θέμα της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει κάνει πολλά μέχρι τώρα, κινήθηκε με έναν αντιφατικό, αν όχι αντιπαραγωγικό, τρόπο. Όμως, πώς μπορούμε να μη βλέπουμε ότι το δόγμα της λιτότητας καταρρέει όπως και το αντίστοιχο του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και αφορούν την ανάγκη αυτή να αναλάβει το ρόλο του δανειστή έσχατης καταφυγής. Αυτές είναι πράγματι «αντικειμενικές» τάσεις, με την έννοια ότι είναι ανεξάρτητες από πολιτικές προθέσεις, αλλά δημιουργούν τις προϋποθέσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επανεκκίνηση των αγώνων σε πολλά μέρη της ηπείρου μας, καθώς και για μη γραμμικές κυβερνητικές εξελίξεις.
Εν κατακλείδι, νομίζω ότι η προοπτική που προσπάθησα να αναδείξω θα μπορούσε να μας επιτρέψει να αντιμετωπίσουμε την τωρινή πανδημία με την στροφή της προσοχής μας στις ευκαιρίες που ανοίγονται στα διάφορα κινήματα, τους κοινωνικούς αγώνες, και την ίδια την Αριστερά. Όπως υποστήριξα ήδη, δεν υποτιμώ το ζήτημα του ελέγχου, την επέκταση των κρατικών εξουσιών και την περαιτέρω ενθάρρυνση της πολιτικής του φόβου. Αυτή η διάσταση είναι σαφώς παρούσα στο τρέχον σενάριο. Όμως, πώς μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε; Έχω την πεποίθηση ότι για να ανατρέψουμε την άποψη ότι υπάρχει ένα «ιταλικό εργαστήριο» πρέπει να αρχίσουμε από την «θεραπεία» του «κοινού» στο οποίο αναφέρθηκα στην αρχή αυτού του κειμένου. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να αδράξουμε τις ευκαιρίες που υπάρχουν σήμερα για τη διαμόρφωση μια γενικότερης πολιτικής αγώνων σε καιρούς πανδημίας.

 

«Διευκρινίσεις»

Τζόρτζιο Αγκάμπεν

Ο φόβος είναι κακός σύμβουλος, αλλά έχει ως αποτέλεσμα να αποκαλύπτονται πολλά πράγματα που προσποιούμασταν ότι δεν τα βλέπαμε. Το πρόβλημα δεν είναι να πούμε την γνώμη μας για τη σοβαρότητα της νόσου, αλλά να εξετάσουμε τις ηθικές και πολιτικές συνέπειες της επιδημίας. Το πρώτο πράγμα που δείχνει το κύμα του πανικού το οποίο έχει παραλύσει τη χώρα είναι ότι η κοινωνία μας δεν πιστεύει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από την «γυμνή ζωή». Είναι σαφές ότι οι Ιταλοί είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν σχεδόν τα πάντα-τις κανονικές συνθήκες ζωής, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμα και τις φιλίες, την στοργή, τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις-μπροστά στον κίνδυνο να ασθενήσουν. Η «γυμνή ζωή»-και ο κίνδυνος αυτή να χαθεί-δεν είναι κάτι που ενώνει τους ανθρώπους, αλλά που τους τυφλώνει και τους χωρίζει. Τι γίνονται οι ανθρώπινες σχέσεις σε μια χώρα που συνηθίζει να ζει μ’ αυτόν τον τρόπο, και ποιος ξέρει για πόσο καιρό; Και τι είδους κοινωνία είναι αυτή που δεν έχει άλλη αξία πέρα από την επιβίωση; … Μια κοινωνία που ζει σε μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης δεν μπορεί να είναι μια ελεύθερη κοινωνία. Στην πραγματικότητα ζούμε σε μια κοινωνία που έχει θυσιάσει την ελευθερία στη λεγόμενη «ασφάλεια» και έτσι έχει καταδικάσει τον εαυτό της να ζει σε μια μόνιμη κατάσταση φόβου και ανασφάλειας.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μιλώντας για τον ιό μιλάμε για πόλεμο. Πράγματι, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης μας υποχρεώνουν να ζούμε σε συνθήκες απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Αλλά ένας πόλεμος με έναν αόρατο εχθρό, που μπορεί να ελλοχεύει σε κάθε άλλο πρόσωπο, είναι ο πιο παράλογος από όλους τους πολέμους. Είναι στην πραγματικότητα ένας εμφύλιος πόλεμος. Ο εχθρός δεν είναι εκεί έξω, αλλά στο εσωτερικό μας… Το ανησυχητικό δεν είναι τόσο πολύ ή μόνο το παρόν, αλλά αυτό που έρχεται μετά. Όπως οι πόλεμοι άφησαν κληρονομιά στην ειρήνη μια σειρά δυσοίωνων τεχνολογιών, από το αγκαθωτό συρματόπλεγμα μέχρι τα εργοστάσια παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, έτσι είναι επίσης πολύ πιθανό ότι κάποιοι θα επιδιώξουν να συνεχιστούν και μετά το τέλος της πανδημίας τα πειράματα εφαρμογής μέτρων έκτακτης ανάγκης που έγιναν για την προστασία της υγείας, κάνοντας πραγματικότητα τις επιδιώξεις ορισμένων κυβερνήσεων τις οποίες αυτές δεν κατάφεραν να πραγματοποιήσουν το προηγούμενο διάστημα: το κλείσιμο των πανεπιστημίων και των σχολείων και την πραγματοποίηση των μαθημάτων μόνο online, το οριστικό τέλος των κοινών συναντήσεων και των πολιτικών ή πολιτιστικών συζητήσεων και την ανταλλαγή μόνο ψηφιακών μηνυμάτων, την υποκατάσταση παντού κάθε επαφής-ακόμα και μόλυνσης-μεταξύ των ανθρώπινων όντων από μηχανές.