Η Αριστερά σε ετοιμότητα

Ο τόμος αυτός αποτελεί πολύτιμη συνεισφορά και παρακαταθήκη, πρωτίστως για τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, την Αριστερά, αλλά και την ελληνική κοινωνία, για όλους όσοι επιμένουν να αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο. Πρόκειται για μια σημαντική πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και των εκδόσεων Νήσος.

Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της έκδοσης; Διότι υπήρξαν αρκετά, και θα υπάρξουν σίγουρα κι άλλα, βιβλία απολογισμού και αποτίμησης της κυβερνητικής εμπειρίας της περιόδου 2015-2019. Ο εν λόγω τόμος παρουσιάζει το ενδιαφέρον να επιχειρεί μια «θεωρητική πρακτική», αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι. Δηλαδή μια ιδιάζουσα προσπάθεια σύνδεσης και γεφύρωσης της θεωρίας με την πράξη, η οποία είναι πάντοτε δύσκολο να επιτευχθεί.

Ετσι έχουμε μια πρωτότυπη μεθοδολογική πρόταση, σύμφωνα με την οποία η θεωρία και η πρακτική συνομιλούν και συνδυάζονται με εύστοχο τρόπο ή τουλάχιστον επιχειρείται μια καινοφανής τέτοια συνομιλία και συμπλοκή της θεωρίας με την πράξη. Ασφαλώς δεν είναι καθόλου τυχαίος ο όρος κυβερνησιμότητα, δηλαδή η δυνατότητα, η ικανότητα, ο τρόπος κυβέρνησης. Δεν γίνεται λόγος για κυβέρνηση ή για διακυβέρνηση, αλλά για κυβερνησιμότητα, δηλαδή έναν όρο της πολιτικής φιλοσοφίας ο οποίος μας παραπέμπει σε έναν μεγάλο φιλόσοφο του εικοστού αιώνα, τον Μισέλ Φουκό.

Το βιβλίο αποτελείται από δύο μέρη, το πρώτο πιο θεωρητικό με τίτλο «Θεωρητικές προτάσεις» (σελ. 26-107), που περιλαμβάνει 5 κείμενα, το δεύτερο πιο εμπειρικό με τίτλο «Τα θετικά και τα αρνητικά της διακυβέρνησης» (σελ. 109-245), όπου εμφανίζονται 9 κείμενα. Συνολικά 14 αναλύσεις οι οποίες, μαζί με την ενδιαφέρουσα Εισαγωγή των επιμελητών του τόμου Κώστα Δουζίνα και Μιχάλη Μπαρτσίδη και έναν συγκινητικό αποχαιρετισμό του Σαμ Γκίντιν προς τον Λίο Πάνιτς, που πέθανε αδόκητα πριν από ενάμιση χρόνο, συναπαρτίζουν το σύνολο του τόμου. Σχεδόν όλα τα κείμενα έχουν γραφτεί πρώτα στα αγγλικά, γεγονός που διεθνοποιεί το εγχείρημα.

Στο πρώτο μέρος συναντούμε την πρωτότυπη ιδέα μιας αντιστροφής της 11ης θέσης του Μαρξ για τον Φόιερμπαχ ή μιας νέας 11ης θέσης, σύμφωνα με τον Μποαβεντούρα ντε Σόουζα Σάντος: «Για να αλλάξουμε τον κόσμο, πρέπει (πρώτα ή μάλλον συγχρόνως) να τον εξηγήσουμε, να κατανοήσουμε και να τον ερμηνεύσουμε εκ νέου». Ο Δουζίνας συνεισφέρει σημαντικά στο εν λόγω αίτημα, δείχνοντας ότι οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες του μεταφορντικού καπιταλισμού πρέπει να συνυπολογιστούν για την ανάλυση του ιστορικού της κυβέρνησης και την ανάπτυξη της στρατηγικής για τη Νέα Αριστερά.

Ο Αριστείδης Μπαλτάς επιμένει στον δρόμο που θα πρέπει να βρεθεί, διότι δεν έχει ακόμη χαραχθεί, εξηγώντας ότι η Αριστερά χρειάζεται να ενεργεί και εντός και εκτός του κράτους, κατασκευάζοντας μια θεωρία εν κινήσει. Ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης υπερβαίνει το δίλημμα μεταρρύθμιση ή επανάσταση, υποδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο η ριζοσπαστική αριστερά θα πρέπει να επιλέξει τις «επαναστατικές μεταρρυθμίσεις».

Η συνεισφορά του Μπαρτσίδη αποτελεί μια επίκαιρη ανάλυση για τις μη ευρωκεντρικές προσεγγίσεις. Εξηγεί τον ρατσισμό και τον αποκλεισμό του Αλλου, των μη Ευρωπαίων, κάτι που δυστυχώς βλέπουμε με τραγικό τρόπο σήμερα στον πόλεμο της Ουκρανίας και στην αντιμετώπιση των ξανθών προσφύγων με τα γαλάζια μάτια, σε αντίθεση με τους μελαμψούς πρόσφυγες από άλλες ηπείρους. Ετσι καταλήγουμε στους φράχτες και στα τείχη, στην εθνικιστική περιχαράκωση και πλέον στη στρατιωτικοποίηση της ίδιας της Ευρώπης.

Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η ανάλυση συγκεκριμένων πτυχών της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρεμβάσεις του Λόη Λαμπριανίδη, που διερευνά μια νέα αριστερή στρατηγική της οικονομικής ανάπτυξης για τον 21ο αιώνα, και του Ευκλείδη Τσακαλώτου, που αναλύει τη μακρο-οικονομική πολιτική και τις διαρθρωτικές αλλαγές από τη σκοπιά της Αριστεράς.

Ως προς το κοινωνικό ζήτημα η Εφη Αχτσιόγλου προτείνει μια ριζοσπαστική στροφή διεξόδου από το νεοφιλελεύθερο στρατηγικό τέλμα, παράλληλα με τη Μαρία Καραμεσίνη, που εξετάζει τη μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους σε συνθήκες μαζικής ανεργίας και φτωχοποίησης, και με τον Γιώργο Σταμπουλή, που ασχολείται με τις συντάξεις, την εργασία και την πλήρη απασχόληση.

Ο Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν αναφέρεται στην προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την οικονομική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη, ενώ ο Ακης Μπράτσης γράφει για τη θεωρία του κράτους και τις αντινομίες της αριστερής πολιτικής στις φιλελεύθερες κοινωνίες. Οι Ηλίας Γεωργαντάς και Χριστόφορος Βερναρδάκης αναστοχάζονται τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς και τις πολιτικές απαντήσεις στο πεδίο της δημόσιας διοίκησης, ενώ τη Δανάη Κολτσίδα απασχολεί το ζήτημα των αριστερών στρατηγικών για την ανασύσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Οπωσδήποτε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι σήμερα το κόμμα των κινημάτων και του ριζοσπαστισμού που τον έφερε στην κυβέρνηση το 2015. Μετεξελίσσεται εκ των πραγμάτων σε ένα μεγάλο πολυσυλλεκτικό κόμμα, το οποίο διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία. Ωστόσο το ότι είναι δυνάμει κυβερνητικό κόμμα δεν σημαίνει ότι πρέπει να λειτουργεί μόνο ως τέτοιο. Το ζήτημα είναι να συνδυάσει την ηγετική θέση που κατέχει στο πολιτικό σύστημα με έναν ρεαλιστικό ριζοσπαστισμό, με μια αναγέννηση από τα κάτω. Αφήνοντας τα καινούργια κινήματα, που εξελίσσονται ερήμην της παραδοσιακής πολιτικής, να τον εμπνεύσουν, ώστε να κάνει ένα άλμα προς το μέλλον ξεφεύγοντας από τα τετριμμένα. Μεγάλο στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στις επόμενες εκλογές θα είναι να κινητοποιήσει τους πολίτες που έχουν απογοητευτεί από την πολιτική και απέχουν.

Το συμπέρασμα είναι ότι η Αριστερά μπορεί και πρέπει να τεθεί σε ετοιμότητα, ώστε να καταστεί εφικτή μια προοδευτική κυβέρνηση την επόμενη μέρα των εκλογών, για να μείνει όρθια η ελληνική κοινωνία μέσα σε μια πιο δημοκρατική Ευρώπη. Προς τούτο χρειάζεται θεωρητικός μόχθος και αγώνας για μια νέα ιδεολογική ηγεμονία. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει καθοριστικά ο παρών τόμος για την Αριστερή Κυβερνησιμότητα.

*Αναπληρωτής καθηγητής στο ΑΠΘ