Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα “Η Αυγή

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ- ΣΕΙΡΑ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ

Βιβλιοπαρουσιάσεις σημαντικών έργων για την προγραμματική εμβάθυνση της Αριστεράς του 21ου αι.

Θεματικές: Ανισότητα, Κλιματική Αλλαγή, Προσφυγικό, Νέες Τεχνολογίες

 

 

Για τον νεοφιλελευθερισμό και το πρόγραμμα της οικοαριστεράς

Η επικαιρότητα του προγραμματικού λόγου της οικοαριστεράς στον καιρό της πανδημίας

Γ.Π. Στάμου, Ομότιμου Καθηγητή Βιολογικού ΑΠΘ

Για τα:

-O’ Connor J.R., 1998. Natural Causes: Essays in Ecological Marxism. Guilford Press. New York, London

-Benton, T. (Ed.), 1996, The greening of Marxism. Guilford Press New York ; London :, [1996]

Bellamy Foster J., York R., Brett Clark B., 2010. The Ecological Rift: Capitalism’s War on the Earth. Monthly Review Press, New York.

 

Από τα μέσα της δεκαετίας του 80 ως σήμερα καλλιεργείται σημαντικός προβληματισμός σχετικά με το περιβαλλοντικό πρόγραμμα της οικοαριστεράς. Τα σημαντικότερα κείμενα έχουν παρουσιαστεί κυρίως στα περιοδικά Monthly Review και Capitalism, Nature, Socialism από τους O’ Connor, Burkett, Foster, Clark, Bendon κ.ά. Εδώ επιχειρώ μια σύντομη παράθεση των βασικών σημείων αυτού του προβληματισμού.

Η κριτική στάση της οικοαριστεράς απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό ξεκινάει από τη δική της αντίληψη για την έννοια της αξίας. Λέει, λοιπόν, ότι από τη στιγμή που η αξία των προϊόντων δεν μετριέται και με βάση τα φυσικά τους χαρακτηριστικά ως αξιών χρήσης αλλά αποκλειστικά με όρους κοινωνικούς, όπως είναι το χρήμα που χρησιμοποιείται ως γενικό ισοδύναμο ανάμεσα στις επιμέρους αξίες, τότε: α) Η συζήτηση γίνεται αφηρημένη και β) οι αρχές που κυβερνούν τούτο τον κόσμο απλοποιούνται, έτσι ώστε να καταλήξει τελικά η κυκλοφορία και η συσσώρευση κεφαλαίου να αποτελεί την αρχή και το τέλος των παραγωγικών διαδικασιών και, επομένως, το στοιχείο που νοηματοδοτεί τη σχέση της φύσης με την κοινωνία.

Πρόκειται για αυτό που λέμε ότι ο φιλελευθερισμός στέκει τυφλός απέναντι σε επιμέρους διαδικασίες –ανάμεσά τους και οι φυσικές, αλλά και απέναντι στα προϊόντα αυτών των διαδικασιών που όμως στέκουν πάντα εκεί να τον αμφισβητούν και να τον υπονομεύουν. Αυτό εξηγεί το γιατί η μονομέρεια και η ασύμμετρη σκέψη, υποχρεώνουν το φιλελευθερισμό να αντιπαραθέτει τη φύση από τη μια μεριά με την κοινωνία από την άλλη, ως αντίθεση ανάμεσα σε εξωτερικότητες και να αντιμετωπίζει το περιβαλλοντικό πρόβλημα πάντοτε με την εξωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους, δηλαδή την υποταγή της φύσης.

Σε σχέση με το περιβάλλον η αριστερά διαπιστώνει τρεις βασικές αντιφάσεις της σύγχρονης νεοφιλελεύθερης οπτικής:

  1. στο πλαίσιο της φιλελεύθερης αγοράς η πολυπλοκότητα και η ποικιλότητα που χαρακτηρίζουν τον πραγματικό κόσμο εκθλίβονται, οπότε και οι μυριάδες επιμέρους διαδικασίες -ανάμεσα τους και οι φυσικές- ευθυγραμμίζονται, ώστε να υπηρετούν τη βασικά απλή λογική που θέλει την κεφαλαιακή συσσώρευση να λειτουργεί για χάρη του εαυτού της και μόνο.
  2. η αίρεση των φυσικών οντοτήτων έξω από το οικοσυστημικό τους πλαίσιο, από τη στιγμή που θα τους αποδοθεί αποκλειστικά οικονομική αξία, και η εξωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους υποβαθμίζουν τις ίδιες τις συνθήκες της παραγωγής. Έτσι, κατά τον O’ Connor ακριβαίνει η παραγωγή προϊόντων και επάγονται κρίσεις υπο-παραγωγής.
  3. οι οικορυθμιζόμενες –όπως τις ορίζει ο Μπέντον- παραγωγικές διαδικασίες (για παράδειγμα, οι γεωργικές πρακτικές) ακολουθούν αργές καμπυλόγραμμες ροές. Έτσι, η γραμμικότητα και η ταχύτητα του οικονομικού χρόνου που απαιτούν, εν ονόματι της κερδοφορίας, οι ανάγκες της καπιταλιστικής κυκλοφορίας είναι ασύμβατοι με τους παγιωμένους κοσμικούς και βιολογικούς χρόνους. Έτσι, θα πει πρωτοτυπώντας και πάλι η οικοαριστερά, η επιδίωξη υπαγωγής των βιοφυσικών ρυθμών στους αγοραίους συντείνει στη μεγέθυνση του περιβαλλοντικού προβλήματος (τρελές αγελάδες, βέλγικα χοιρινά κλπ).

Μια τέταρτη παράμετρος της ανάλυσης θεωρεί ότι οι διάφορες εξουσίες στον πολυσχιδή σημερινό κόσμο δεν είναι αποκλειστική υπόθεση ανθρώπινου βολονταρισμού, ο βιοφυσικός κόσμος έχει το δικό του μερίδιο. Αυτό καθόλου δεν σημαίνει πλήρη εξισωτισμό. Μερικές δραστηριότητες διαθέτουν μεγαλύτερη δυνατότητα από άλλες να διευθύνουν την εκτύλιξη των κοινωνικο-φυσικών σχέσεων. Στις πολυπολικές καπιταλιστικές κοινωνίες μια τέτοια δυνατότητα έχει το συγκεντρωμένο κεφάλαιο που εκπροσωπεί τη συλλογική δραστηριότητα ετερογενών πρακτικών που από κοινού παράγουν αξίες σε συνθήκες συναίνεσης. Αντίστοιχες δυνατότητες όμως διαθέτουν και διάφορα γραφειοκρατικά δίκτυα, κινήσεις πολιτών, άλλα ιδεολογικά δίκτυα όπως η εκκλησία, αλλά ακόμα και στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος όπως οι αλλαγές στο κλίμα, οι σεισμοί κ.ά. Αυτή είναι μια άλλη πρωτότυπη συμβολή της οικο-αριστεράς που θέλει τη διαστρωμάτωση των σύγχρονων κοινωνών να εκφράζεται όχι μονάχα στα επίπεδα της οικονομίας, της πολιτικής και της ιδεολογίας αλλά και στο επίπεδο των σχέσεων του ανθρώπου με τη φύση.

Με βάση τα παραπάνω η οικοαριστερά υποστηρίζει ότι η ιδιομορφία των βιοφυσικών διαδικασιών, των προϊόντων και των παραπροϊόντων που αυτές γεννούν είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγική διαδικασία. Αυτό συμβαίνει γιατί εκτός από την εργασία, πηγή πλούτου είναι και ο βιοφυσικός κόσμος. Πράγμα που θα πει, ότι ο συγκεκριμένος κόσμος που ζούμε είναι πολυποίκιλος και συγκροτείται από κοινωνίες, πανίδες, χλωρίδες, ορυκτά και οικολογίες. Προφανώς, η σεισμικότητα μιας περιοχής έχει ιδιαίτερη σημασία για το πώς θα οργανωθεί η ζωή εκεί.

Κοντολογίς, το πρόγραμμα της οικολογικής αριστεράς κτίζεται στη βάση της παραδοχής ότι α) η τοπική φύση υπήρξε και εξακολουθεί να είναι πρωταγωνιστικό δρών στοιχείο για τη ζωή σε κάθε τόπο και β) οι φυσικές οντότητες δεν συνιστούν παθητικά αντικείμενα στη διάθεση του κεφαλαίου. Τις προγραμματικές αυτές αρχές σεβασμού των βιοφυσικών διαδικασιών υπενθύμισε δραματικά η πανδημική κρίση στην οποία ζούμε και δεν είναι δυνατόν να βγούμε από αυτήν με την επιβολή εντατικότερης εκμετάλλευσης των ανθρώπινων και βιοφυσικών πόρων, όπως επιχειρεί ήδη η νεοφιλεύθερη κυβερνητικότητα.