12 Μαρτίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Στο αμφιθέατρο Παπαρηγοπούλου της Νομικής Σχολής Αθηνών πραγματοποιήθηκε η τέταρτη εκδήλωση της σειράς που ξεκίνησε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, με θέμα «Ο Εθνικός Διχασμός: κοινωνικές διαιρέσεις και πολιτική βία». Ομιλητές της εκδήλωσης ήταν η Δέσποινα Παπαδημητρίου, επίκουρη καθηγήτρια ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ο Προκόπης Παπαστράτης, ομότιμος καθηγητής ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Την συζήτηση συντόνισε ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος, δρ πολιτικής επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος ανοίγοντας τη συζήτηση έκανε μια εισήγηση για την περίοδο 1915-1917. Μίλησε για την διαίρεση του πολιτικού συστήματος και πως από εκείνη την εποχή άρχισε να οικοδομείται εκ νέου το ελληνικό κράτος. Αναφορά έκανε επίσης στα Νοεμβριανά του 1916 και το «Ανάθεμα», το οποίο προέρχεται από την παρότρυνση της Εκκλησίας προς τον λαό να αναθεματίζει τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ρίχνοντας μια πέτρα στο Πεδίο του Άρεως και εκστομίζοντας την κατάρα του τότε αρχιεπισκόπου Αθηνών, Θεοκλήτου.

Η Δέσποινα Παπαδημητρίου ξεκίνησε θέτοντας το ερώτημα πως γίνεται μια χώρα η οποία μόλις έχει βγει από δύο πολέμους, να διαιρείται στο εσωτερικό της και να διχάζονται έτσι συνειδήσεις. Όρισε την χρονική έναρξη της πολιτικής αυτής κρίσης στο Μάρτιο του 1915, όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος εξαναγκάζεται σε παραίτηση επειδή δεν έγινε δεκτή η πρόταση του από τον βασιλιά Κωνσταντίνο για επέμβαση του ελληνικού στρατού στον πόλεμο στο πλευρό των Δυτικών δυνάμεων, και της απόβασης τους στη Θεσσαλονίκη έτσι ώστε να ανοιχτεί το βαλκανικό μέτωπο. Αποτέλεσμα των πολιτικών πρακτικών του Βενιζέλου ήταν η συγκρότηση της αντιβενιζελικής παράταξης, με την συσπείρωση των πολιτικών αντιπάλων του, οι οποίοι σαν βασικό πυλώνα κατηγοριών εναντίον του έχουν την αντιεθνική στάση του κόμματος των Φιλελευθέρων. Ταυτόχρονα, αναπτύσσεται ο -αντιφατικός- εθνικισμός των αντιβενιζελικών. Οπότε, το δίπολο εθνικό-αντιεθνικό αποκρυσταλλώνεται πλήρως εκείνη την περίοδο. Από τη μία πλευρά, η πολιτική του Βενιζέλου περιελάμβανε την συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό των Δυτικών Δυνάμεων και από την άλλη το πολιτικό ζήτημα που έθετε η πλευρά των αντιβενιζελικών ήταν αυτό της εθνικής κυριαρχίας. Λόγω της απόβασης των Συμμάχων στη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο του 1915, οι αντιβενιζελικοί θεώρησαν πως παραβιάζεται η ουδετερότητα της χώρας, ενώ ταυτόχρονα η καταπάτηση της εθνικής κυριαρχίας έθετε το ζήτημα της προάσπισής της. Αντιθέτως, οι βενιζελικοί είδαν αυτήν την επέμβαση ως απαραίτητη για την προστασία της Ελλάδας από την φιλογερμανική πολιτική που υιοθέτησαν οι αντιβενιζελικοί. Η ομιλήτρια τόνισε επίσης αυτήν την φιλογερμανική στροφή και στον τύπο που σημειωνόταν μέχρι και τις εκλογές του Μαΐου, η οποία επιτεύχθηκε μεταξύ άλλων και με χρηματισμό.

Σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του Διχασμού είναι τα περίφημα Νοεμβριανά του 1916. Η ομιλήτρια έκανε μια σύντομη περιγραφή των γεγονότων παραθέτοντας ένα σχετικό απόσπασμα της Πηνελόπης Δέλτα. Αναφέρθηκε επίσης στην διόγκωση της εσωτερικής κρίσης στα μέσα του 1916, η οποία πήρε χαρακτηριστικά εμφύλιας σύγκρουσης. Είναι η επίσημη διαίρεση του κράτους με το σχηματισμό της κυβέρνησης της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη από τον Βενιζέλο, μια συνολική διαίρεση της Ελλάδας. Το 1917, όμως, μετά την απομάκρυνση του Βασιλιά από τον θρόνο επικράτησε η βενιζελική διακυβέρνηση για 3 χρόνια. Η Δ. Παπαδημητρίου συνέχισε παραθέτοντας μια σειρά επιπτώσεων της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο. Αυτό που τονίστηκε σε σημαντικό βαθμό στη συζήτηση ήταν οι μεγάλες διαφορές των δύο πλευρών, είτε σε κοινωνικό είτε σε πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο. Οι διαφορές δίχαζαν σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και κριτικής για την επέμβαση των συμμάχων, όσο και εσωτερικής για θέματα που αφορούσαν το Σύνταγμα και τον Βασιλιά. Η ομιλήτρια κλείνοντας επισήμανε ότι το ιστορικό φαινόμενο που ξέσπασε στη χώρα και ορίζει διαιρετικές τομές διατηρείται και στον Μεσοπόλεμο μέχρι την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Μεταξά.

Στη συνέχεια ο Προκόπης Παπαστράτης ανέλυσε τη διάσταση του Εθνικού Διχασμού στο χώρο του Πανεπιστημίου, τονίζοντας τρία βασικά σημεία που χαρακτηρίζουν τον χώρο της εκπαίδευσης την εποχή του Διχασμού: τον έλεγχο του κράτους στην εκπαίδευση, την προσπάθεια του κράτους να προωθήσει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και την έντονη κομματικοποίηση υπό την επίδραση του Διχασμού. Τομή για τον χώρο της εκπαίδευσης, επεσήμανε, είχε υπάρξει νωρίτερα ο νόμος του Τρικούπη το 1893, ο οποίος στόχευε στον εκσυγχρονισμό του Πανεπιστημίου μέσω κρατικού παρεμβατισμού. Ο νόμος αυτός έδινε βάρος στο θεσμό των εδρών και αποσκοπούσε στο να ελέγξει τη δομή εξουσίας στο Πανεπιστήμιο και την παραγωγή ιδεολογίας. Αντιθέτως, τα Πανεπιστήμια διαφώνησαν με αυτήν την επέμβαση και το εκδήλωσαν με έντονο τρόπο. Με το κίνημα στο Γουδί και τις ανατροπές που έφερε, προέκυψε η εκκαθάριση του Πανεπιστημίου το 1910 που προβληθηκε σαν κοινωνικό αίτημα, ενώ οι εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν είχαν κομματικό χαρακτήρα. Ουσιαστικά η σύγκρουση των δύο παρατάξεων είχε εισχωρήσει και στα Πανεπιστήμια και η κάθε μία είχε σαν όπλο τις εκκαθαρίσεις καθηγητών εις βάρος της άλλης.

Ο ομιλητής παρουσίασε τη δράση του κόμματος των Φιλελευθέρων το 1917, όταν τα στελέχη του ήρθαν στην Αθήνα και σχημάτισαν κυβέρνηση, προσπαθώντας να εφαρμόσει το νόμο 980 ο οποίος εισήγαγε νέες σχολές στο Πολυτεχνείο και άλλαζε την κατανομή των καθηγητών. Ο χώρος του Πανεπιστημίου ήταν ένας χώρος ανάπτυξης ιδεολογίας και μαζί με το Πολυτεχνείο υφίστανται τις συνέπειες του Εθνικού Διχασμού. Αξιοσημείωτες είναι οι τρεις εκκαθαρίσεις που υπέστησαν τα δύο αυτά ιδρύματα, το 1917 από την κυβέρνηση Βενιζέλου, το 1920 από την κυβέρνηση Γούναρη και το 1922 ως απόφαση της επανάστασης της Τριανδρίας. Άλλες δύο απόπειρες εκκαθαρίσεων μεσολάβησαν εκείνη την περίοδο, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο Πρ. Παπαστράτης επεσήμανε πως το γεγονός ότι οι δύο προσπάθειες εκκαθαρίσεων έγιναν σε μία περίοδο ολοκληρωτικής αποσταθεροποίησης του κρατικού μηχανισμού, τονίζει τον φανατισμό και την πολιτική εμπάθεια που επικρατεί στο Πανεπιστήμιο.

Ένα ακόμη γεγονός που στιγμάτισε την περίοδο του Διχασμού ήταν οι φοιτητικές ταραχές τον Δεκέμβριο του 1917, λόγω της αναβολής των εξετάσεων. Οι πολιτικές συνθήκες της εποχής δεν επέτρεπαν τη ομαλή διεξαγωγή της φοίτησης. Οι γνώμες πάνω σε αυτό ήταν διχασμένες, αφού οι σχολές είναι υπέρ της διεξαγωγής εξετάσεων, ενώ αντιθέτως η κυβέρνηση διαφωνεί. Η τοποθέτηση του πρύτανη ήταν πως την ευθύνη έφερε η αστυνομία που δεν κατάφερε να καταστείλει τις ταραχές. Στο τέλος το υπουργείο υποχώρησε στα αιτήματα των φοιτητών, λόγω της κοινωνικής διάστασης του θέματος. Μετά από εκκαθάριση καθηγητών το Δεκέμβριο του 1917 δημιουργήθηκε νόμος που όριζε ότι οι απολυμένοι καθηγητές δεν θα μπορούν να ξαναδιοριστούν. Στη συνέχεια, μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Γούναρη, πέρα από το Πανεπιστήμιο εκκαθαρίσεις έγιναν και στον δημόσιο τομέα. Κλείνοντας την συζήτηση, ο ομότιμος καθηγητής υπογράμμισε πως οι εκκαθαρίσεις αντικατόπτριζαν την πολιτική κρίση και τον φανατισμό και ειδικότερα τις αδυναμίες που χαρακτήριζαν τις δύο παρατάξεις.

Στο τέλος της συζήτησης, οι ομιλητές απάντησαν στις ερωτήσεις του κοινού.

Όλες οι ομιλίες βρίσκονται στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.

Έλενα Φεγγάλη